«Οι κυβερνήσεις στη δεύτερη τετραετία τους επαναπαύονται, εμείς δεν εφησυχάζουμε»
Πιο επίκαιρη από ποτέ είναι η ρήση που είχε πει ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης πριν από έναν χρόνο, όταν οι πολίτες επαναβεβαίωσαν την εμπιστοσύνη τους στην κυβέρνηση της ΝΔ για μία ακόμα τετραετία: «Οι κυβερνήσεις στη δεύτερη τετραετία τους επαναπαύονται, εμείς δεν εφησυχάζουμε», είχε πει τότε ο πρωθυπουργός, προβλέποντας εμμέσως πλην σαφώς τις προκλήσεις αλλά και τις δυσκολίες που διαχρονικά έχει η άσκηση της εξουσίας κατά τη δεύτερη κυβερνητική θητεία.
Στη συμπλήρωση ενός χρόνου από τις περσινές εθνικές εκλογές, ο κ. Μητσοτάκης και το νέο Υπουργικό Συμβούλιο καλούνται να καταρρίψουν αυτό που παραδοσιακά συνέβαινε σε όλα τα χρόνια της αντιπολίτευσης, ότι, δηλαδή, η δεύτερη τετραετία μιας κυβέρνησης είναι πάντα χειρότερη σε επιδόσεις από την πρώτη.
Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός έσπευσε να στείλει το μήνυμα τόσο στο εσωτερικό της κυβέρνησής του όσο όμως και στην κοινωνία, ότι οι αλλαγές που θα υλοποιηθούν θα είναι μεγαλύτερες από εκείνες της πρώτης τετραετίας. Και μπορεί το ποσοστό που πήρε η ΝΔ στις ευρωεκλογές να θεωρείται από κάποιους ως ανασχετικός παράγων για την προώθηση των μεγάλων μεταρρυθμίσεων, αλλά ο Κυρ. Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι δεν υπολογίζει το πολιτικό κόστος. Άλλωστε, όπως ο ίδιος είπε στην πρώτη, μετεκλογική συνέντευξή του, «η κυβέρνηση θα κριθεί στο τέλος της τετραετίας».
Χωρίς «λευκή επιταγή»
«Η περιδίνηση στην οποία βρίσκονται από την επομένη των ευρωεκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ διευκολύνει τη στόχευση της κυβέρνησης να «τρέξει» με ταχείς ρυθμούς το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα», σημειώνουν κορυφαία κυβερνητικά και κομματικά στελέχη της ΝΔ, τα οποία θεωρούν ότι στους επόμενους μήνες θα πρέπει να υλοποιηθεί ο κύριος όγκος των μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, για τις οποίες έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση.
Όλοι, ωστόσο, παραδέχονται ότι η απουσία ισχυρής αντιπολίτευσης, στην πραγματικότητα, ενισχύει την απαίτηση της κοινωνίας για ουσιαστικές λύσεις στα προβλήματα των πολιτών, οι οποίοι, όπως φάνηκε από τις ευρωκάλπες, αναγνωρίζουν μεν ότι δεν υπάρχει άλλη αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας, αλλά δεν δίνουν «λευκή επιταγή» στην κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη, όπως έκαναν πριν από έναν χρόνο, επιτρέποντας στο κυβερνητικό επιτελείο να ορίζει την καθημερινή ατζέντα, αλλά και ενισχύοντας φαινόμενα αλαζονείας, όπως και ο ίδιος ο πρωθυπουργός αναγνώρισε προ ημερών.
Δεν αλλάζει «κατεύθυνση»
Παρά τη φημολογία που ξεκίνησε αμέσως μετά τις ευρωεκλογές, περί ενδεχόμενης στροφής της ΝΔ προς τα δεξιά, η στάση του κ. Μητσοτάκη δεν πρόκειται να αλλάξει σε ό,τι αφορά την κατεύθυνση της παράταξης. «Οι πολίτες, οι ψηφοφόροι και τα μέλη της ΝΔ μάς είπαν “τρέξτε πιο γρήγορα”, όχι “γυρίστε πίσω”», τόνισε πρόσφατα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, υπενθυμίζοντας ότι «η διεύρυνση της ΝΔ τα τελευταία χρόνια, η οποία έγινε επί τη βάσει του σεβασμού των αρχών και των θέσεών της, έφτασε την παράταξη σε νίκες και, μάλιστα, σε πάρα πολύ δύσκολα χρόνια πολλών, αλλεπάλληλων εισαγόμενων κρίσεων. Άνθρωποι που δεν ήταν, ενδεχομένως και ποτέ, στη ΝΔ συστρατεύτηκαν με το όραμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και με τη ΝΔ, με αποτέλεσμα να ισχυροποιηθεί η παράταξη… Η Ελλάδα, λόγω αυτής της διεύρυνσης και της ισχυροποίησης της ΝΔ, χάρη στην εμπιστοσύνη των πολιτών, είναι μια χώρα η οποία έχει αφήσει πίσω της τα μαύρα χρόνια της κρίσης και κοιτάζει μπροστά», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, δίνοντας το πολιτικό στίγμα της δεύτερης «γαλάζιας» τετραετίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση, ο κ. Μητσοτάκης επιλέγει εμπροσθοβαρή κυβερνητική δράση και ανοίγει ταυτόχρονα τα «δύσκολα» μέτωπα, εκτιμώντας, παρά το μήνυμα της ευρωκάλπης, ότι υπάρχει ικανός χρόνος για απορρόφηση κραδασμών, «μάζεμα» απωλειών και προώθηση «θετικού» αποτελέσματος μέχρι τη λήξη της τετραετίας. Και αυτό γιατί, προσώρας τουλάχιστον, η όποια απογοήτευση των πολιτών απέναντι σε επιλογές ή στην απόδοση της κυβέρνησης δεν βρίσκει έκφραση –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις– σε άλλη πολιτική δύναμη, εξ ου και η δυσθεώρητη διαφορά της ΝΔ από το δεύτερο και το τρίτο κόμμα.
Οι προτεραιότητες
Από την άλλη πλευρά, οι πολίτες δείχνουν καθαρά ποια είναι τα πεδία προτεραιότητάς τους (η ακρίβεια, για παράδειγμα, και η ασφάλεια), ζητώντας ουσιαστικά καλύτερη καθημερινότητα. Και αυτό το διακύβευμα αποτελεί μονόδρομο για την κυβέρνηση έως το 2027, οπότε και θα ολοκληρωθεί η δεύτερη «γαλάζια» τετραετία. Διότι, όπως έλεγε πολύπειρος συνεργάτης του κ. Μητσοτάκη, κατά την πρώτη τετραετία του ο πρωθυπουργός «επένδυσε» στις συγκρίσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, σε ένα αφήγημα επιστροφής στην κανονικότητα, ενώ οι διαδοχικές κρίσεις επέτρεψαν στην κυβέρνησή του να χτίσει προφίλ διαχειριστικής επάρκειας και διατήρησης της σταθερότητας. Στη δεύτερη τετραετία, ωστόσο, ούτε οι συγκρίσεις με τις προηγούμενες κυβερνήσεις – ιδίως με έναν αντίπαλο που δεν υπάρχει πλέον ως απειλητικός «εχθρός»– ούτε η επίκληση των εισαγόμενων κρίσεων λειτουργούν αποτελεσματικά. «Κατά συνέπεια, η αντοχή της κυβέρνησης θα κριθεί στις πραγματικές μεταρρυθμίσεις, όσες ακουμπούν την καθημερινότητα των πολλών», λέει η ίδια πηγή.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παρασκήνιο»