«Η Νέα Δημοκρατία αντιστέκεται στον λαϊκισμό», τονίζει ο Ευρωβουλευτής Μανώλης Κεφαλογιάννης, που αποτελεί «κομμάτι» της ιστορίας της «γαλάζιας» παράταξης.
Συνέντευξη
στην Άννα
Καραβοκύρη
Ο ίδιος επανεξελέγη για τρίτη φορά ευρωβουλευτής και μιλάει στο «Π» για τις νέες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η Ευρώπη την επόμενη πενταετία, για τον ρόλο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για την εκλογή του Φρέντι Μπελέρη, αλλά και για τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά.
Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει μια συζήτηση στο εσωτερικό της ΝΔ, σχετικά με την ταυτότητα της παράταξης. Εσείς έχετε μια πορεία 40 ετών στο κόμμα και αποτελείτε κομμάτι της ιστορίας του, καθώς από το 1990 εκλέγεστε βουλευτής. Έχει μεταλλαχτεί η Νέα Δημοκρατία;
Η Νέα Δημοκρατία αποτελεί τη μεγάλη λαϊκή παράταξη της Κεντροδεξιάς. Που πορεύεται με αρχές και αξίες. Που πάντα βρίσκεται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Είμαστε υπερήφανοι για τον ιδρυτή μας, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που αποκατέστησε τη Δημοκρατία στη χώρα μας και με την κορυφαία στρατηγική του επιλογή την έκανε ισότιμο μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Είμαστε υπερήφανοι που ανήκουμε στη Νέα Δημοκρατία, που βάζει πάνω από το πρόσκαιρο κομματικό συμφέρον το διαχρονικό συμφέρον της πατρίδας μας.
Που πιστεύει βαθιά στη δημοκρατία και την ελευθερία. Που υπηρετεί τον άνθρωπο και πιστεύει στην ελεύθερη οικονομία. Που εγγυάται την ασφάλεια και την ευημερία των πολιτών. Είμαστε η μεγάλη λαϊκή παράταξη που πιστεύει στην ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη. Που δεν τη χαρίζουμε στις ιδεοληψίες της Αριστεράς. Είμαστε η παράταξη που με σοβαρότητα αντιστέκεται στον λαϊκισμό. Είμαστε υπερήφανοι που ανήκουμε στη Νέα Δημοκρατία. Που την υπηρετούμε με συνέχεια και συνέπεια. Για το καλό της ελληνικής κοινωνίας.
Πιστεύετε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να στρίψει δεξιά το «τιμόνι» της ΝΔ ή να κρατήσει την ίδια πορεία προς το Κέντρο;
Τα τελευταία πέντε χρόνια, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός κράτησαν στιβαρά το «τιμόνι» της χώρας, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις που παρουσιάστηκαν. Και σήμερα η χώρα είναι σε πολύ καλύτερη μοίρα από το 2019. Μειώσαμε πάνω από 50 φόρους, μειώσαμε την ανεργία, αυξήσαμε τον βασικό μισθό και βελτιώσαμε το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, αυξήσαμε για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια τις συντάξεις, ενισχύσαμε την αποτρεπτική ισχύ της πατρίδας μας και θωρακίσαμε τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας. Αποκαταστήσαμε το διπλωματικό της κύρος και την αξιοπιστία της.
Στόχος της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού είναι, στα επόμενα τρία χρόνια της κυβερνητικής μας θητείας, η επίλυση των προβλημάτων των πολιτών. Σε αυτό πρέπει να επικεντρωθούμε. Να δώσουμε λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία.
Μετά τις ευρωεκλογές φαίνεται να έχουν φουντώσει τα σενάρια περί συγκυβέρνησης της ΝΔ. Εκτιμάτε ότι είναι ρεαλιστικό το σενάριο να έχουμε για τρίτη θητεία κυβέρνηση έστω με κορμό τη ΝΔ;
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα κριθεί από τον ελληνικό λαό στο τέλος της τετραετίας. Τα τρία χρόνια που μας χωρίζουν από τις εκλογές είναι μεγάλος πολιτικός χρόνος για να φουντώνουν σήμερα σενάρια περί συγκυβερνήσεων. Πιστεύω ότι ο ελληνικός λαός, όταν έρθει η ώρα, θα εκτιμήσει το συνολικό μας έργο και θα εμπιστευτεί και πάλι τη Νέα Δημοκρατία.
Πώς κρίνετε τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά; Σε περίπτωση που η Άννα Διαμαντοπούλου καταφέρει να ηγηθεί του ΠΑΣΟΚ, θα είναι μια δύσκολη αντίπαλος για τη ΝΔ ή μια ενδεχόμενη κυβερνητική εταίρος;
Επιτρέψτε μου να μη σχολιάσω τις εσωκομματικές διεργασίες στον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Πιστεύω ότι ο οποιοσδήποτε σχολιασμός δεν είναι πολιτικά και δεοντολογικά ορθός.
Η Δημοκρατία ως πολίτευμα χρειάζεται σοβαρή και ισχυρή κυβέρνηση αλλά και σοβαρή αντιπολίτευση. Και σήμερα, δυστυχώς, στη χώρα μας έχουμε μόνο σοβαρή, αξιόπιστη και ισχυρή κυβέρνηση. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι μία σοβαρή, υπεύθυνη και αξιόπιστη κυβέρνηση. Η χώρα και η Δημοκρατία, όμως, χρειάζονται και σοβαρή αντιπολίτευση, ιδίως αξιωματική. Κάτι, δυστυχώς, που απουσιάζει επιδεικτικά.
Πώς χαρακτηρίζετε την αντιπολίτευση σήμερα;
Στην Ελλάδα σήμερα έχουμε μία αξιωματική αντιπολίτευση που δεν παράγει πολιτική. Που κινείται μεταξύ γραφικότητας και τοξικότητας. Στα όρια της μεταπολιτικής. Με όρους lifestyle. Μία επικοινωνιακή φούσκα αυτοπροβολής, πλήρους πολιτικής ημιμάθειας. Πολιτικής άγνοιας. Δεν διαθέτει πολιτικό λόγο. Δεν αντιπαρατίθεται πολιτικά αλλά μόνο, ας μου επιτραπεί ο όρος, ινσταγκραμικά. Είναι η μεταπολιτική το μέλλον της πολιτικής; Ελπίζω, όχι.
Ας περάσουμε στα ζητήματα της Ευρώπης, που τα γνωρίζετε πολύ καλά. Ποιες είναι οι προκλήσεις της νέας πενταετίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση χτίστηκε χάριν στον οραματισμό των ιδρυτών της πάνω στις στάχτες δύο Παγκοσμίων Πολέμων με εκατομμύρια αθώα θύματα και μας χάρισε 80 χρόνια ειρήνης και ευημερίας. Και θα είμαστε κατώτεροι των προσδοκιών, αν δεν προσφέρουμε το ίδιο και στα παιδιά μας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, παραμένει ακόμη ένας ημιτελής οργανισμός. Ένας οικονομικός γίγαντας και παράλληλα ένας πολιτικός νάνος. Θα είμαστε ελλιπείς της Ιστορίας αν δεν προχωρήσουμε με γοργά βήματα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Που σημαίνει ενιαία φωνή στην εξωτερική μας πολιτική, κοινή πολιτική άμυνας και ασφάλειας, δημιουργία ευρωστρατού. Που θα προστατεύει τα κοινά ευρωπαϊκά σύνορα.
Η Ελλάδα επιμένει και πρωτοστατεί στο ζήτημα της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας. Η κοινή πολιτική ευρωπαϊκής άμυνας θα συμβάλει αποφασιστικά στην ενίσχυση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, που βρίσκεται σε μαρασμό τα πολλά τελευταία χρόνια.
Το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν είναι ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί με διαχειριστικές λογικές, ιδιαίτερα σήμερα που στη γειτονιά μας υπάρχουν δύο πολεμικές συρράξεις: Η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η δεύτερη στον ευρωπαϊκό χώρο μετά την παράνομη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο μας, και η σύρραξη στη Μέση Ανατολή. Δεν είναι πλέον ζητούμενο, είναι απόλυτη ανάγκη. Δεν είναι η ώρα «των λογιστών», είναι η ώρα των ηγετών. Είναι η ώρα να δούμε τα μεγάλα προβλήματα, όπως είναι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, το δημογραφικό, καθώς ζούμε σε μία Ήπειρο που γερνάει.
Ποια είναι τα καλά χαρτοφυλάκια και ποιο χαρτοφυλάκιο επιδιώκει να κερδίσει η Ελλάδα;
Η Ελλάδα –και αυτό είναι σίγουρο– θα επιδιώξει και θα διεκδικήσει ένα καλό χαρτοφυλάκιο στη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεν θα μπω, όμως, σε ονοματολογία, γιατί κάτι τέτοιο σε αυτήν τη χρονική συγκυρία θα ήταν έκφραση προσδοκίας και όχι βεβαιότητα.
Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση ότι η υποψηφιότητα του Φρέντι Μπελέρη έγινε για να βοηθήσει την ΝΔ και όχι για να βρεθεί λύση. Τι απαντάτε;
Και μόνο η άδεια που δόθηκε από τις αλβανικές Αρχές στον Φρέντι Μπελέρη, για να μπορέσει να παραστεί στην πρώτη Ολομέλεια του Στρασβούργου απαντά στην ερώτησή σας. Να σας θυμίσω ότι ο Φρέντι Μπελέρης εξελέγη δήμαρχος Χειμάρρας τον Μάιο του 2023. Και επί δώδεκα μήνες οι αλβανικές Αρχές πεισματικά δεν του έδωσαν άδεια να ορκιστεί. Ήσασταν από τους πρώτους που είχαν αναλάβει πρωτοβουλία για το ζήτημα της άδειας.
Πριν από έναν χρόνο κατέθεσα τροπολογία, με την οποία εκφράζεται η βαθιά ανησυχία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «για τη σύλληψη του εκλεγέντος δημάρχου Χειμάρρας Φρέντι Μπελέρη τις παραμονές των δημοτικών εκλογών στην Αλβανία και τη συνεχιζόμενη προφυλάκισή του, που παραβιάζει το τεκμήριο της αθωότητας και του απαγορεύει να αναλάβει τα καθήκοντά του ως εκλεγμένος δήμαρχος». Επίσης, τονίζεται ότι το συγκεκριμένο θέμα «συνδέεται απόλυτα με τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, με το περιουσιακό ζήτημα της ελληνικής εθνικής μειονότητας στον Δήμο της Χειμάρρας και τις κατηγορίες για παράνομες απαλλοτριώσεις από τις αλβανικές Αρχές». Μία τροπολογία που έγινε δεκτή με ευρεία πλειοψηφία από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ψηφίστηκε από τους Έλληνες ευρωβουλευτές της αντιπολίτευσης.
Ποια εργαλεία έχει η Ελλάδα προκειμένου να σταματήσει την εθνικιστική ρητορική την οποία έχει αναπτύξει η νέα ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας;
Μετά τις εκλογές που διενεργήθηκαν στα Σκόπια, η νεοεκλεγείσα πολιτειακή και πολιτική ηγεσία έχει προχωρήσει σε ένα κρεσέντο δηλώσεων περί «μακεδονισμού» και «μακεδονικότητας».
Την ίδια ώρα, η αξιωματική αντιπολίτευση στη χώρα μας επιμένει να διορθώσει ένα μεγάλο λάθος με ένα μεγαλύτερο και ζητά μετ’ επιτάσεως την ψήφιση, εδώ και τώρα, των τριών μνημονίων συνεργασίας με τα Σκόπια, που απορρέουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών. Έχουμε δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι η Συμφωνία των Πρεσπών, που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, είναι μία λάθος συμφωνία. Μία κακή συμφωνία. Μας έλεγαν τότε ότι το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων σέρνεται επί 25 χρόνια και εξαιτίας του η χώρα αναλώνει διπλωματικό κεφάλαιο. Πλειάδα χωρών έχει αναγνωρίσει το γειτονικό κρατίδιο με το όνομα «Μακεδονία». Και για αυτό απαιτείται λύση εδώ και τώρα. Και ήρθαμε ως χώρα, από την πλευρά του επισπεύδοντος μάλιστα, να τους χαρίσουμε ταυτότητα, εθνότητα και γλώσσα.
Τους λέγαμε τότε ότι αν μία διεθνής συμφωνία που έχει υπογράψει η κυβέρνηση κυρωθεί από τη Βουλή, τότε υπερτερεί του Εθνικού Δικαίου, ακόμη και του εθνικού Συντάγματος. Και δεν δεσμεύει την κυβέρνηση που την υπέγραψε, αλλά την ίδια τη χώρα. Εσαεί. Η τότε κυβέρνηση, δυστυχώς, δεν μας άκουσε. Προχώρησε και σε αυτό το λάθος, διαλύοντας μάλιστα και κομματικούς σχηματισμούς στην τότε Βουλή, μεταξύ των οποίων και του κυβερνητικού τους εταίρου. Η κυβέρνηση Τσίπρα χάρισε τα πάντα στους Σκοπιανούς και πήρε «ένα πουκάμισο αδειανό». Οι Σκοπιανοί, και αυτό θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε διεθνώς σε όλους τους τόνους, θα βρουν, όσο συνεχίζουν αυτό το κρεσέντο, κλειστή την πόρτα της ΕΕ.