Εδώ και σχεδόν 1,5 χρόνο εκπροσωπώ τους συμπολίτες μου της Φλώρινας στη Βουλή των Ελλήνων. Εκεί, στο πλαίσιο της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων της οποίας είμαι μέλος, είχα την ευκαιρία να ακούσω τις τοποθετήσεις όλων των κομμάτων για θέματα δημόσιας υγείας. Αυτό που δυστυχώς παρατήρησα ήταν ότι οι θέσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης για το ΕΣΥ εξαντλήθηκαν σε καταγγελίες και διαρκή παράπονα για το τι «δεν γίνεται» στα δημόσια νοσοκομεία. Κανένα συγκεκριμένο σχέδιο για το μέλλον, καμία τεκμηριωμένη πρόταση για έστω έναν τομέα της δημόσιας υγείας. Μόνο άρνηση και κριτική στο σύστημα και τους ανθρώπους του.
Κάποιος θα πει: «Μα αυτός δεν είναι ο ρόλος της αντιπολίτευσης;». Θα συμφωνούσα αν η παραπάνω κριτική συνοδευόταν από συγκροτημένες προτάσεις βελτίωσης του ΕΣΥ. Δυστυχώς όμως κανένα κόμμα, πέραν της ΝΔ, δεν έχει καταθέσει οποιοδήποτε σοβαρό σχέδιο αναβάθμισης της δημόσιας υγείας.
Γιατί, ας μην κρυβόμαστε, δεν ήταν σοβαρές οι προτάσεις, λχ, του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ τον Απρίλιο για «χρηματοδότηση του ΕΣΥ με 5% του ΑΕΠ», την ώρα που η συνολική δημόσια δαπάνη για την Υγεία το 2024 αγγίζει τα 13 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας κατά πολύ αυτό το ποσοστό, με διαρκώς ανοδική τάση των κονδυλίων που επενδύει το κράτος στο ΕΣΥ επί ΝΔ.
Μια τέτοια δημόσια επένδυση θα γίνει και στη Φλώρινα για το ΚΕΦΙΑΠ Αμυνταίου. Αποτελεί πλέον κοινή διαπίστωση πως η ανάγκη γρήγορης ανάπτυξης σύγχρονων υποδομών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, μπορεί και πρέπει να καλυφθεί από ένα ευρύτερο επενδυτικό πρόγραμμα που θα προσφέρει την απαραίτητη ευελιξία. Ειδικά για το ΚΕΦΙΑΠ Αμυνταίου η συμμετοχή της ΑΕΜΥ στην αναβάθμισή του θα αποδείξει την δέσμευση της Πολιτείας να αναδείξει αυτή τη ξεχωριστή μονάδα Υγείας σε πανελλαδικό κέντρο φυσικής αποκατάστασης, διατηρώντας τον δημόσιο χαρακτήρα της.
Όμως, πέρα από τα κονδύλια, βασική προϋπόθεση επιτυχίας κάθε προσπάθειας εκσυγχρονισμού είναι η ύπαρξη πολιτικής σοβαρότητας. Ένα ρεαλιστικό δηλαδή σχέδιο βελτίωσης της καθημερινά παρεχόμενης φροντίδας υγείας σε όλους τους πολίτες. Χωρίς άλλες ανέξοδες υποσχέσεις για «περισσότερα χρήματα» αλλά με προτεραιοποίηση του πού θα επενδυθούν αυτά. Χωρίς άλλες κούφιες εξαγγελίες για «περισσότερους γιατρούς» αλλά με σοβαρές προτάσεις για το πώς θα κατανεμηθεί το πραγματικά διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό στη χώρα μας.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι μόνο η ΝΔ έχει ολοκληρωμένο σχέδιο για το ΕΣΥ και την πολιτική βούληση να το εφαρμόσει. Άλλωστε ήταν η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη εκείνη που ήδη από τις αρχές του 2020, με αφορμή την πανδημία αλλά με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ξεκίνησε ένα τεράστιο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού όλων των δημόσιων μονάδων υγείας με έργα επέκτασης ΜΕΘ, εξοπλισμού και στελέχωσης των νοσοκομείων με χιλιάδες προσλήψεις.
Αξίζει εδώ να θυμηθούμε μερικές ακόμα αλλαγές που δρομολόγησε η ΝΔ:
* Την πανελλαδική εφαρμογή του θεσμού του προσωπικού γιατρού και τη σχεδιαζόμενη εισαγωγή του θεσμού του οικογενειακού παιδιάτρου, όπου έχουν δωρεάν πρόσβαση και δυνατότητα ελεύθερης επιλογής όλοι οι πολίτες.
* Την αύξηση κατά 10% στους μισθούς των γιατρών του ΕΣΥ και τις μεγαλύτερες αποζημιώσεις για εφημερίες σε συνδυασμό με νέα επιδόματα για άγονες περιοχές.
* Τη λειτουργία των δωρεάν απογευματινών χειρουργείων.
* Την άμεση επένδυση άνω των 2 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης για ανακαινίσεις Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας και για δράσεις πρόληψης όπως το εθνικό πρόγραμμα «Σπύρος Δοξιάδης».
* Τον ψηφιακό μετασχηματισμό του τομέα Υγείας. Πρόκειται για έργα όπως:
1. Η ανάπτυξη του Εθνικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας του Πολίτη.
2. Η λειτουργία κλινικών πληροφοριακών συστημάτων σε όλα τα νοσοκομεία.
3. Το πρόγραμμα ψηφιακού μετασχηματισμού για τη διαχείριση του καρκίνου.
4. Η ενίσχυση δράσεων τηλεϊατρικής, που θα οδηγήσουν όχι μόνο στην άρση της απομόνωσης απομακρυσμένων περιοχών αλλά και στην παροχή κατ’ οίκον ιατρικής φροντίδας σε ασθενείς που δεν μπορούν να μετακινηθούν.
Πρόκειται επομένως για μια καθαρά ασθενοκεντρική μεταρρύθμιση που στοχεύει στην αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και την αδιάλειπτη φροντίδα του συνόλου των ασθενών χωρίς εξαιρέσεις.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και περιθώρια βελτίωσης των ασκούμενων πολιτικών Υγείας. Εκεί κατατείνει και η καινοτόμος πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τη σταθερή συνεργασία του δημόσιου συστήματος Υγείας με ιδιώτες παρόχους που όχι μόνο θα επιτρέψει την κάλυψη των υπαρκτών κενών σε κρίσιμες υπηρεσίες αλλά θα οδηγήσει και στην ταχύτερη εξυπηρέτηση των ασθενών. Με μηδενικό κόστος για τους ασφαλισμένους και με παράλληλη αποσυμφόρηση του ΕΣΥ.
Γιατί η προσπάθειά μας αυτή οφείλει να περιλαμβάνει τόσο τους ασθενείς όσο και τους εργαζομένους του ΕΣΥ. Η ανάγκη διαμόρφωσης καλύτερων συνθηκών εργασίας για όλους τους ανθρώπους της 1ης γραμμής είναι όχι μόνο υποχρέωση της Πολιτείας αλλά και βασικό κίνητρο προσέλκυσης νέου προσωπικού που θέλουμε να στελεχώσει τα δημόσια νοσοκομεία.
Η προϋπηρεσία μου ως διοικητή ενός μεγάλου νοσοκομείου όπως το Μποδοσάκειο μου έδωσε την ευκαιρία να δω από πολύ κοντά τον καθημερινό αγώνα των λειτουργών του ΕΣΥ και να εκτιμήσω την ανιδιοτελή προσφορά τους στους πάσχοντες συνανθρώπους μας. Για αυτό θεωρώ εξαιρετικά άδικη την ισοπεδωτική κριτική της αντιπολίτευσης περί δήθεν «αδιαφορίας για τους ασθενείς», «διάλυσης του ΕΣΥ» και «εγκατάλειψης των νοσοκομείων».
Όσοι υποτιμούν κατ’ αυτό τον ακραίο τρόπο τη δημόσια υγεία δεν δυσφημούν μόνο το ΕΣΥ αλλά προσβάλλουν δημόσια τους ανθρώπους του. Είναι πλέον καιρός να σταματήσει η αντιπολίτευση να ποντάρει στη μιζέρια για να κερδίσει λίγη πρόσκαιρη δημοσιότητα. Είναι ανάγκη να αφήσουν όλοι στην άκρη τέτοιες αρνητικές πρακτικές και να καταθέσουν τις δικές τους θετικές προτάσεις για την αναβάθμιση της δημόσιας υγείας.
του Σταύρου Παπασωτηρίου
Βουλευτής Φλώρινας με τη ΝΔ