Από την αρχή του 2024 η Ομάδα Διάσωσης και Υπεράσπισης Ζώων έχει βοηθήσει στην απομάκρυνση. Στην πλειοψηφία τους ήταν φίδια, ένα είδος που ονομάζεται έφιος και είναι από τα μεγαλύτερα είδη φιδιών που έχουμε στην Ελλάδα, άκακο μεν, αλλά αρκετά ενεργητικό δε, και μπορεί να εντοπιστεί σε διάφορα σημεία.
«Φέτος είμαστε στα ίδια επίπεδα αριθμητικά με τις παρεμβάσεις που κάναμε πέρσι αναφορικά με τις απομακρύνσεις ζώων από κατοικίες», λέει στην Karfitsa ο εθελοντής στο κέντρο περίθαλψης άγριων ζώων και ιδρυτής της ομάδας διάσωσης και υπεράσπισης ζώων, Στέλιος Γερονιμάκης.
Οι περισσότερες εμφανίσεις άγριων ζώων και δη φιδιών σημειώνονται σε σπίτια γύρω γύρω από τον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης, όπως στο Πανόραμα, το Φίλυρο, το Ρετζίκι, το Ρύσιο. «Οι περισσότερες κλήσεις που λαμβάνουμε οι οποίες αφορούν την εμφάνιση κάποιου φιδιού μέσα σε σπίτι είναι στην πλειονότητα τους από εκείνες τις περιοχές», εξηγεί ο κ. Γερονιμάκης.
Επιπρόσθετα, ένα ακόμη ζώο που έχει αρχίσει να κάνει εμφανίσεις συχνά πυκνά στη Θεσσαλονίκη είναι οι σκαντζόχοιροι, ιδίως στο κέντρο της πόλης. «Όταν τους εντοπίζουμε τους ελέγχουμε για να δούμε αν έχουν κάποια ασθένεια. Αν έχουν τους περιθάλπουμε, αλλιώς τους επιστρέφουμε πίσω στο φυσικό τους περιβάλλον».
Ο άνθρωπος είναι ο εισβολέας
Ένα σημαντικό ερώτημα που προκύπτει από την εμφάνιση άγριων ζώων σε κατοικίες είναι το εξής: εισβάλλουν τα ζώα στους χώρους των ανθρώπων ή μήπως οι άνθρωποι επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους, χτίζοντας κατοικίες στο φυσικό περιβάλλον αυτών των ζώων; Θα πρέπει να μας προκαλεί έκπληξη όταν ακούμε, για παράδειγμα, ότι ένα φίδι εμφανίστηκε σε ένα σπίτι που βρίσκεται κοντά ή μέσα σε δασική περιοχή;
Η εμφάνιση ενός φιδιού ή άλλων άγριων ζώων σε κατοικίες που υπάρχουν κοντά σε δάση ή σε περιοχές όπου υπάρχει πλούσια βλάστηση δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, απαντάει στην Karfitsa ο Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Χρήστος Βλάχος.
«Εμείς έχουμε εισβάλει στα ενδιαιτήματα των ζώων. Ο άνθρωπος είναι αυτός που έχει ενοχλήσει και διαταράξει τα δασικά οικοσυστήματα κτίζοντας σπίτια μέσα στα δάση», υπογραμμίζει.
Δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα περιστατικά σημειώνονται σε μονοκατοικίες και βίλες. «Το Πανόραμα, για παράδειγμα, είναι μια περιοχή με βλάστηση, κάτι που αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστεί στον κήπο ή μέσα στο σπίτι κάποιο ποντίκι, έντομο ή φίδι. Πρέπει πάντα όμως να θυμόμαστε ότι εμείς ως άνθρωποι έχουμε πάει και έχουμε ενοχλήσει τα ενδιαιτήματα των ζώων».
Όσο οι οικιστικές ζώνες επεκτείνονται όλο και περισσότερο, τα ζώα χάνουν τα φυσικά τους ενδιαιτήματα και έτσι ενδέχεται να τα βλέπουμε να αναζητούν καταφύγιο σε κατοικημένες περιοχές.
«Ορισμένα είδη αρκούνται στο να χρησιμοποιούν τα ενδιαιτήματα περιμετρικά στα όρια μεταξύ αστικού ιστού και δάσους, όμως όσο πιο πολύ εισβάλλουμε στα δασικά οικοσυστήματα και χτίζουμε σπίτια εκεί τόσο θα αυξάνονται και οι συναντήσεις μας με άγρια ζώα», εξηγεί ο καθηγητής.
Διαχείριση και κλιματική αλλαγή
Παρά ταύτα η κατά είδους διαχείριση είναι ο πρώτος και ο βασικός τρόπος που θα πρέπει να δοθεί έμφαση για να υπάρχει μια εξειδικευμένη εικόνα όσον αφορά την αύξηση ή την μείωση του πληθυσμού σε άγρια ζώα. «Κάποια ζώα που εκδηλώνουν αποκλίνουσα συμπεριφορά πρέπει να μεταφέρονται σε άλλη περιοχή εκτός αστικής ζώνης και να ελέγχονται. Η σχέση του ανθρώπου με την άγρια ζωή πρέπει να επαναπροσδιοριστεί με τα σύγχρονα δεδομένα. Να αναλογιστούμε τι έχουμε κάνει στο περιβάλλον, γιατί κάποιοι πληθυσμοί αυξάνονται και γιατί κάποιοι άλλοι μειώνονται, γιατί κάποια είδη εισβάλλουν στον αστικό ιστό, όπως η αλεπού, η οποία είναι ευπροσπάρμοστο είδος και μπορεί να φτάσει μέσα στην πόλη ειδικά αν υπάρχουν αρκετά σκουπίδια».
Έπειτα θα πρέπει να ανοίξει ο διάλογος για τις επιπτώσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με τον κ. Βλάχο, «η οποία σταδιακά θα δημιουργήσει μια ανακατανομή των άγριων ζώων όσο εντείνεται η ξηρασία. Θα δούμε μετακινήσεις ζώων, λόγω της έλλειψης τροφής και της αύξησης της θερμοκρασίας».
Με την εκπόνηση διαχρονικών μελετών θα πρέπει να καταγράφεται η αναπαραγωγή των ζώων, οι αυξομειώσεις και με βάση τα αποτελέσματα να λαμβάνονται μέτρα, υποστηρίζει ο καθηγητής. « Να μην ασχολούμαστε μόνο όταν προκύψει κάποια σύγκρουση αυτοκινήτου με ένα αγριογούρουνο», καταλήγει.