Τα αποτελέσματα των μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων σε όλους τους κλάδους της οικονομίας –και κυρίως στα σούπερ μάρκετ– εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια συνεχώς ανοδικά και η κερδοφορία τους θυμίζει παλιές καλές εποχές. Όμως αν πάμε στις μικρότερες επιχειρήσεις, τις λεγόμενες μικρομεσαίες, που κάποτε τις αποκαλούσαμε «ραχοκοκαλιά της οικονομίας», η κατάσταση δεν είναι το ίδιο ρόδινη. Πολλές είναι αυτές που διαγράφουν ζημιογόνες χρήσεις και παρουσιάζουν δυσκολίες στην αντιμετώπιση των υποχρεώσεών τους κι άλλες που είναι οριακά θετικές.
Και η κατάσταση αυτή αντικατοπτρίζεται και στις τράπεζες, όπου, όπως διαπιστώνει και η Τράπεζα της Ελλάδος, παρατηρείται και πάλι αύξηση των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων κι αυτών που ήδη έχουν «κοκκινίσει». Και ένας πρόσθετος λόγος είναι η διαπίστωση ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στα διάφορα επενδυτικά προγράμματα ή στο Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και στον τραπεζικό δανεισμό, που θα βοηθούσαν στην ανάπτυξή τους.
Όμως και στα δάνεια των ιδιωτών, όπως τα στεγαστικά, έχουν αρχίσει να αυξάνονται τα μη εξυπηρετούμενα, τείνοντας να δημιουργήσουν μια νέα φουρνιά «κόκκινων» δανείων. Και αυτό φανερώνει πως, όσο κι αν υποστηρίζεται ότι το βιοτικό επίπεδο των πολιτών βαίνει βελτιούμενο, αυτό δεν είναι απολύτως ακριβές, όταν μια μερίδα συμπολιτών μας προστίθεται ακόμα και σήμερα σε αυτούς που καταστράφηκαν στα χρόνια της χρεοκοπίας.
Με άλλα λόγια, οι αριθμοί από μόνοι τους δεν λένε πάντα την αλήθεια και οι γενικεύσεις είναι επικίνδυνες. Όχι φυσικά πως δεν είμαστε σε καλύτερη κατάσταση απ’ ό,τι πριν από μερικά χρόνια. Σαφώς και είμαστε. Αλλά να, όπως και να το κάνουμε, η ευημερία μιας κοινωνίας κρίνεται σε μεγάλο βαθμό και από το ποσοστό των πολιτών που ζουν «κάτω από το όριο της φτώχειας».
Κι αυτό το ποσοστό είναι αλήθεια ότι παραμένει μεγάλο και γι’ αυτό η επιδοματική πολιτική στους λεγόμενους ευάλωτους συνεχίζεται και ορθώς συνεχίζεται. Όταν αρχίσει αυτό το ποσοστό να πέφτει, μετά από λήψη και άλλων μέτρων, όπως υπόσχεται η κυβέρνηση, τότε ίσως θα μπορούσαμε να μιλάμε για πραγματική βελτίωση και διευρυμένο όφελος από το μέρισμα της ανάπτυξης.
του Φώτη Σιούμπουρα