Ανάμεσα στις σημαντικές συνταγματικές αλλαγές που έφερε η αναθεώρηση του 2019, για την εγγύηση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους, για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, για τη σύσταση εξεταστικών επιτροπών από τη μειοψηφία, για τη θέσπιση λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας, για την κατάργηση της σύντομης παραγραφής των υπουργικών αδικημάτων, εμβληματική υπήρξε η ρύθμιση του άρθρου 32 παρ. 4 Σ., που αποσύνδεε την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από την προκήρυξη εθνικών εκλογών.
Τι ίσχυε; Μέχρι τη συνταγματική αναθεώρηση του 2019, σε περίπτωση αποτυχίας εκλογής Προέδρου στις τρεις ψηφοφορίες του άρθρο 32 παρ. 3 (δηλαδή: 1η εκλογή με 200 ψήφους, 2η με 200 ψήφους και 3η με 180 ψήφους), τότε, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 4, η Βουλή διαλυόταν και προκηρύσσονταν εκλογές. Με τη νέα Βουλή προβλεπόταν μέχρι και τρεις επαναληπτικές ψηφοφορίες. Η πρώτη απαιτούσε 180 ψήφους, η δεύτερη 151, ενώ στην Τρίτη, που γινόταν ανάμεσα στα δύο πρόσωπα που είχαν πλειοψηφήσει, εκλεγόταν εκείνος που συγκέντρωνε τη σχετική πλειοψηφία.
Τι άλλαξε; Πλέον, αν δεν καταφέρει να εκλεγεί Πρόεδρος με τις τρεις διαδικασίες του άρθρου 32 παρ. 3, που παραμένουν ως είχαν, τότε δεν διαλύεται η Βουλή, αλλά επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία και εκλέγεται ΠτΔ εκείνος που συγκεντρώνει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Αν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή, στην επόμενη απαιτείται μόνο η σχετική πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στην πρώτη ψηφοφορία.
Η νέα διάταξη έλαβε τις 158 ψήφους των βουλευτών της ΝΔ, που επαρκούσαν όμως, αφού είχε κριθεί αναθεωρητέα από την προηγούμενη Βουλή με πλειοψηφία μεγαλύτερη των 180 ψήφων (είχε λάβει 224).
Συνεπώς, η ρύθμιση που αποσυνδέει την εκλογή ΠτΔ από τη διάλυση της Βουλής και στερεί τη δυνατότητα εργαλειοποίησης της διαδικασίας εκλογής ΠτΔ από την αντιπολίτευση, φέρει τη σφραγίδα της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Και η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στα βάθη της πολιτικής ιστορίας μας για να βρούμε τέτοια παραδείγματα καταστρατήγησης. Το 2009, το ΠΑΣΟΚ (ως αξιωματική αντιπολίτευση) είχε δηλώσει ότι θα ψήφιζε για την επανεκλογή του αείμνηστου Κάρολου Παπούλια, μόνο μετά από διάλυση της Βουλής, με αποτέλεσμα να προκαλέσει την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, ενώ στα τέλη του 2014 ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ψήφισε τον προταθέντα από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ Σταύρο Δήμα, χωρίς, όμως, να προτείνει άλλον υποψήφιο, αφού μόνο στόχο είχε την πρόκληση εκλογών.
Για την ορθότητα της συνταγματικής αλλαγής έχει γίνει εξαντλητική συζήτηση, περιορίζομαι μόνο να σημειώσω πόσο αχρείαστη και προβληματική θα ήταν στην παρούσα συγκυρία η πρόκληση εθνικών εκλογών.
Με καταργημένη, συνεπώς, τη διάταξη που –κατά περίπτωση– αντί για συναίνεση οδηγούσε σε σύγκρουση και ενεργή τη συνταγματική επιταγή για την αναζήτηση διακομματικής συνεννόησης, οδεύουμε σύντομα σε εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, σε συνθήκες πολιτικής σταθερότητας.
Γράφει ο Στάθης Κωνσταντινίδης
Βουλευτής Κοζάνης