Πηγή προβληματισμού παρότι ο πρωθυπουργός αποκλείει τις εκλογές
και παρόλο που η ΚΟ της ΝΔ δεν μετρά απώλειες
Προϊδεάζει για πολιτικές εξελίξεις η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τη ΝΔ; Μετά την απόφαση-μονόδρομο του Κυριάκου Μητσοτάκη, απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορεί να δώσουν μόνον τα σενάρια που αναπτύσσονται.
Πάντως η «σκιά» του πρώην πρωθυπουργού έπαψε να πλανάται πάνω από τα γραφεία της Πειραιώς, όπου επικρατεί η βεβαιότητα ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης βγαίνει νικητής, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, καθώς «τελείωσε» από τη ΝΔ έναν πρώην πρωθυπουργό, που με τις παρεμβάσεις του προκαλούσε μέχρι πρότινος μόνο πονοκεφάλους. Με τις εμπρηστικές (επαναλαμβανόμενες) δηλώσεις του όμως σε συνέντευξή του (στο «Βήμα της Κυριακής») έδειχνε να καλλιεργεί κλίμα αποσταθεροποίησης της χώρας, φτάνοντας στο σημείο να χαρακτηρίσει –ούτε λίγο ούτε πολύ– τον υπουργό Εξωτερικών, αλλά κατ’ ουσίαν και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, «εθνικά μειοδότες» και παράλληλα, με την ονοματολογία όσον αφορά πρότασή του για την Προεδρία της Δημοκρατίας, να ανοίγει παράθυρο σε περίοδο έντασης, που δεν ευνοεί την οικονομική σταθερότητα.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές πάντως, η συζήτηση ως προς την απόφαση για διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά δεν πρόκειται να συνεχιστεί το επόμενο διάστημα με κυβερνητική πρωτοβουλία, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να βάλει ένα τέλος στην ανατροφοδότηση ενός εσωκομματικού ζητήματος. Στα ανώτατα δε κυβερνητικά κλιμάκια εκτιμούν ότι η διαγραφή Σαμαρά δεν θα έχει επιπτώσεις στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος. Αυτό σημαίνει ότι άπαντες οι «γαλάζιοι» βουλευτές θα υπερψηφίσουν τον Προϋπολογισμό, που έχει εκ των πραγμάτων χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης, ενώ –όπως το έθεταν πηγές με γνώση των διεργασιών– θα ήταν δύσκολο κάποιοι βουλευτές να ακολουθήσουν τον πρώην πρωθυπουργό σε μία πορεία στο άγνωστο. Χαρακτηριστική εξάλλου είναι η τοποθέτηση του βουλευτή Νικήτα Κακλαμάνη, ο οποίος ήταν μεταξύ εκείνων που έδειχναν σημεία διαφοροποίησης, με ερωτήσεις και επερωτήσεις στη Βουλή, ιδιαίτερα επικριτικές για την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Με δηλώσεις του (μετά τη διαγραφή Σαμαρά) ο Νικήτας Κακλαμάνης εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα με τη συνοχή της ΚΟ του κόμματος. Και αυτό, όπως είπε, θα φανεί στην ψήφιση του Προϋπολογισμού.
Βέβαια, η κυβέρνηση μπορεί να θέλει να βάλει ένα τέλος στην ανατροφοδότηση ενός εσωκομματικού ζητήματος, για να μη διαταραχθεί η κυβερνητική σταθερότητα, οι δηλώσεις Σαμαρά όμως «άνοιξαν» (και με τη… βοήθεια στελεχών της αντιπολίτευσης) συζητήσεις για πρόωρες εκλογές και εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Συζητήσεις που ασφαλώς, τη χρονική στιγμή που γίνονται, δεν συμβάλλουν στην εμπέδωση του κλίματος σταθερότητας που απαιτείται.
Παρότι ο πρωθυπουργός αποκλείει τις εκλογές, στέλνοντας το σωστό μήνυμα στις αγορές, και παρόλο που η ΚΟ της ΝΔ δεν μετρά απώλειες πέραν της διαγραφής Σαμαρά, η αναταραχή μετά τις τελευταίες εξελίξεις αποτελεί, μέχρις ενός σημείου, πηγή προβληματισμού. Διότι, δέκα χρόνια μετά το 2014, πολιτικά πρόσωπα και κόμματα αρχίζουν ήδη να επενδύουν στην εκλογή ΠτΔ, βλέποντάς την ως «εργαλείο» για τις επιδιώξεις τους. Σε θεσμικό επίπεδο, τα πράγματα είναι βεβαίως διαφορετικά σε σύγκριση με το 2014, όταν η εκλογή ΠτΔ απαιτούσε 180 ψήφους. Πλέον, ύστερα από την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος, η διαδικασία αποσυνδέθηκε από τη διάλυση της Βουλής και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Έτσι, μετά από επαναλαμβανόμενες ψηφοφορίες, ΠτΔ μπορεί να εκλεγεί και με 151 βουλευτές, ενώ στη συνέχεια, αν δεν εκλεγεί Πρόεδρος, προβλέπεται ακόμη και το (πολιτικά μη βιώσιμο) ενδεχόμενο της σχετικής πλειοψηφίας.
Το ερώτημα είναι αν, πέρα από τις κινήσεις της κυβέρνησης, θα αρνηθούν το δέλεαρ της μικροπολιτικής τα κόμματα της αντιπολίτευσης και κυρίως το ΠΑΣΟΚ. Αν δηλαδή θα αρνηθούν να παίξουν εν ου παικτοίς. Η παρούσα κυβέρνηση ψηφίστηκε προ 18 μηνών με σύνθημα τη σταθερότητα και ήδη η κατάσταση που διαμορφώνεται, μετά τις προκλητικές δηλώσεις Σαμαρά, που επέφεραν τη διαγραφή του, θα μπορούσε να απειλήσει όσα επιτεύχθηκαν τα τελευταία χρόνια, μετά τη δεκαετία των μνημονίων.
Το πρώτο ορόσημο πριν από τη διαδικασία εκλογής του ΠτΔ είναι η ψήφιση του Προϋπολογισμού, που αναμένεται περί τις 15 Δεκεμβρίου. Ο Σαμαράς, ως πρώην πρωθυπουργός, μπορεί ασφαλώς να λάβει τον λόγο και να πει ό,τι θέλει και να ψηφίσει ή όχι τον Προϋπολογισμό. Παρότι δεν προκύπτει το ενδεχόμενο να μην ψηφιστεί ο Προϋπολογισμός (που ισοδυναμεί με ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση), ουδείς μπορεί να αποκλείσει ένα νέο επεισόδιο όξυνσης εκ μέρους του, με την πλευρά της αντιπολίτευσης να «ζεσταίνεται» και για το επόμενο ορόσημο, την εκλογή ΠτΔ, μετά τις γιορτές.
Tα δύο αυτά ορόσημα όμως (Προϋπολογισμός και εκλογή ΠτΔ) μπορεί να προκαλέσουν γενικευμένη σπέκουλα και ονοματολογία για το πρόσωπο του/της ΠτΔ ή ακόμη και σε πρώιμες προτάσεις από πλευράς κομμάτων της αντιπολίτευσης για προσφυγή στις κάλπες, πράγμα που θα οδηγήσει στη δημιουργία κλίματος αστάθειας, με ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία και σε ό,τι μέχρι τώρα έχει επιτύχει η κυβέρνηση. Είναι δυνατόν όμως να φανταστεί κανείς σήμερα πως η χώρα μπορεί να οδηγηθεί σε ασταθές πολιτικό περιβάλλον, με τους πολίτες της να κληθούν να καταβάλουν υψηλό τίμημα, για το υπερεγώ κάποιων πολιτικών και ειδικότερα για το… γινάτι ενός πρώην πρωθυπουργού;
του Φώτη Σιούμπουρα