Ήταν πράγματι ενδιαφέρον ότι οι προσδοκίες από τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2025 είχαν επικεντρωθεί στις αναμενόμενες ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για τη μείωση των προμηθειών στις τραπεζικές συναλλαγές.
Αν το δει κάποιος συμβολικά, είναι μία εικόνα της συγκυρίας, δεκαπέντε χρόνια έπειτα από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης, στο επίκεντρο της οποίας άλλωστε βρέθηκαν οι ίδιες οι τράπεζες. Και ναι, ήταν σημαντικές οι ανακοινώσεις για τις προμήθειες, αλλά κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο. Δεν πρόκειται να μπουν λεφτά στην τσέπη των πολιτών, ούτε και θα εξοικονομήσουμε, οι περισσότεροι, πάνω από είκοσι ευρώ τον χρόνο. Απλώς, με αυτά τα μέτρα, ο πολίτης θα αισθάνεται λιγότερο κορόιδο έναντι των τραπεζών, που έφταναν να χρεώνουν τα πάντα με προκλητικό τρόπο.
Πίσω από αυτή την εικόνα όμως δεσπόζει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα και είναι αυτό των ακινήτων, που επιδρά καθοριστικά στη ζωή των πολιτών, στο κόστος της στέγασης και στις αλυσιδωτές του επιπτώσεις. Με οικονομικούς όρους, μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν τα μέτρα πίεσης προς τις τράπεζες, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, για να διαθέσουν ακίνητα στην αγορά κατοικίας. Στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών ή των θυγατρικών τους εταιρειών διαχείρισης, βρίσκονται σήμερα περί τα 25.000 ακίνητα, τα οποία για πολλούς και διάφορους λόγους παραμένουν εκτός αγοράς. Το παράξενο είναι ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες που έχουν αυτά τα χιλιάδες ακίνητα δεν «εμφανίζονται επισπεύδουσες» να επιθυμούν την αξιοποίησή τους, είτε διά της πωλήσεως, είτε έστω διά της ενοικιάσεως. Θα έλεγε κανείς ότι «κάθονται πάνω τους» έχοντάς τα στείλει κυρίως στους servicers «κόκκινων δανείων», οι οποίοι με τη σειρά τους, αντί να τελειώνουν και να τα καθαρίσουν, τα διατηρούν με μεγάλο κόστος σε ΕΝΦΙΑ και άλλες δαπάνες, όπως ας πούμε η διατήρηση ενός σημαντικού αριθμού υπαλλήλων και δικηγόρων που ασχολούνται με τον εκφοβισμό του κόσμου να πληρώσει πριν χάσει οριστικά το ακίνητό του.
Αν ξεπεραστούν εμπόδια και αρθούν αρτηριοσκληρωτικές διατάξεις, τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός θα οδηγήσουν σε μία αναγκαστική «απελευθέρωση» αυτών των ακινήτων, με την προσδοκία μίας αποσυμφόρησης της αγοράς και υποχώρησης του κόστους της στέγης. Αρκεί να δείξουν καλή διάθεση και οι τράπεζες.
του Φώτη Σιούμπουρα