Ονοματολογία και σενάρια
Η Κρήτη, ως γνωστόν, διαθέτει θάλασσα, αλλά και βουνό. Την επισκέφθηκε και πέρασε οικογενειακώς κάποιες από τις γιορτινές μέρες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος παλιότερα έχει δηλώσει πως λαμβάνει σοβαρές πολιτικές αποφάσεις στο βουνό. Να συμπεράνουμε, λοιπόν, ότι έλαβε τις τελικές του αποφάσεις για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα κατά την επίσκεψή του στην Κρήτη;
Όσοι γνωρίζουν καλά τον κ. Μητσοτάκη συμβουλεύουν τους συνομιλητές τους «να μη βιάζονται», αφού ο πρωθυπουργός αρέσκεται στους αιφνιδιασμούς, και δεν αποκλείουν η τελική επιλογή του να μην έχει δει καθόλου το φως της δημοσιότητας ως σενάριο. Το ίδιο είχε συμβεί, άλλωστε, και το 2019, οπότε το όνομα της κ. Σακελλαροπούλου δεν είχε διαρρεύσει ούτε λίγες ώρες πριν από την επίσημη ανακοίνωση. Αν όμως δεν γνωρίζουμε από τώρα το όνομα που θα προτείνει ο πρωθυπουργός, τουλάχιστον ξέρουμε τα «χαρακτηριστικά» του. Τα είχε περιγράψει ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης πέρυσι τον Οκτώβριο, στην ομιλία του στα γενέθλια της ΝΔ. Αναφερόμενος τότε ο πρωθυπουργός στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, είπε: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να έχει υπερκομματικά χαρακτηριστικά, για να υπάρξουν συναινέσεις στη Βουλή.
Τα «χαρακτηριστικά»
Εκείνη η δήλωσή του είχε πυροδοτήσει διάφορα σενάρια, που εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να διακινούνται. Ένα από αυτά ήταν πως ο πρωθυπουργός «υπό την πίεση δημοσκοπήσεων και μερίδας βουλευτών» που θα ήθελαν Πρόεδρο Δημοκρατίας προερχόμενο από τη «δεξιά» παράταξη, θα κατέληγε σε υποψηφιότητα που θα είχε τα χαρακτηριστικά της αρεσκείας τους. Το ποιο όνομα όμως θα βρεθεί στην κορυφή της λίστας που υπάρχει στο πρωθυπουργικό γραφείο, σύμφωνα με τελευταίες εκτιμήσεις συνεργατών του κ. Μητσοτάκη, είναι αυτό που θα διαθέτει δύο χαρακτηριστικά: εξασφάλιση ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης και διατήρηση της εσωκομματικής συνοχής της ΝΔ. Και όπως λένε χαρακτηριστικά πηγές του Μεγάρου Μαξίμου, ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας με μικρή αποδοχή και κομματικά «χρωματισμένος» δεν θα έχει το κύρος να επιτελέσει τα λιγοστά του μεν καθήκοντα, τα οποία όμως δεν είναι και ασήμαντα, καθώς στις αρμοδιότητές του ανήκει και η σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, η ΝΔ, λένε οι ίδιες πηγές, δεν θα έχει όφελος να περιχαρακωθεί στα δεξιά, όταν κανένας δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα διαμορφωθούν το πολιτικό τοπίο και οι συσχετισμοί δυνάμεων τους προσεχείς μήνες. Αν η λαϊκή εντολή στις εκλογές του 2027 ή όποτε αυτές διεξαχθούν επιβάλλει συνεργασίες, θα χρειαστεί ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας με κύρος, εμπειρία και ευρύτερη αποδοχή για να διευθύνει δύσκολες διεργασίες και διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους πολιτικούς αρχηγούς, αν οι ίδιοι δεν μπορέσουν να συνεννοηθούν.
Αυτά ενδεχομένως να μοιάζουν αυτήν τη στιγμή μακρινά σενάρια, αλλά κανένας δεν ξέρει πώς θα εξελιχθεί η πολιτική σεζόν και αυτό δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση αλλά και την αντιπολίτευση. Κυρίως το ΠΑΣΟΚ, το οποίο χρειάζεται να ξεκαθαρίσει το στίγμα και την προοπτική του, ιδίως τώρα που η κρίσιμη ομάδα των κεντρώων ψηφοφόρων έστρεψε προς τα εκεί το ενδιαφέρον της.
Ποιος γνωρίζει;
Ένας άνθρωπος όμως θα γνωρίσει πριν από οιονδήποτε άλλον το όνομα του/της υποψήφιου/ας Προέδρου που θα προτείνει ο πρωθυπουργός. Και αυτός δεν είναι άλλος από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, με την οποία αναμένεται να συναντηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης την ερχόμενη εβδομάδα, στις 15 Ιανουαρίου. Η εκτίμηση είναι ότι, από τη στιγμή που ο κ. Μητσοτάκης εκμυστηρευθεί στην κα Σακελλαροπούλου τις αποφάσεις του, θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τις ανακοινώσεις με μια δήλωση του ιδίου εν είδει διαγγέλματος, όπως έγινε και το 2020. Αυτό θα μπορούσε να γίνει και την ίδια μέρα ή την Πέμπτη 16 του μήνα, καθώς στις 17 ο πρωθυπουργός αναχωρεί για το Βερολίνο, απ’ όπου θα επιστρέψει το Σάββατο 18 Ιανουαρίου. Υπάρχει, βεβαίως, και η δυνατότητα ο κ. Μητσοτάκης να κάνει τις ανακοινώσεις στις αρχές της μεθεπόμενης εβδομάδας, στις 20 του μήνα. Σε κάθε περίπτωση, η εκκρεμότητα βαίνει προς απάντηση. Από εκεί και πέρα, οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες θα πρέπει να ξεκινήσουν το πολύ ως τις 13 Φεβρουαρίου, ενώ η θητεία της κας Σακελλαροπούλου λήγει τυπικά στις 13 Μαρτίου.
Κατά τον πρώτο γύρο, το πρόσωπο που προτείνεται θα πρέπει να συγκεντρώσει 200 ψήφους. Το 2020, η κα Σακελλαροπούλου είχε πάρει 261, αν και στο σημερινό σκηνικό κοινοβουλευτικού κατακερματισμού, με τις εκ διαμέτρου αντίθετες προσεγγίσεις, ο αριθμός αυτός φαντάζει ως εξαιρετικά αισιόδοξο σενάριο.
Σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 1 του Συντάγματος, η εκλογή του ανώτατου πολιτειακού παράγοντα γίνεται με ονομαστική ψηφοφορία σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής, τουλάχιστον έναν μήνα πριν λήξει η θητεία του/της εν ενεργεία Προέδρου. Μετά την αναθεώρηση του 2019, η Βουλή δεν διαλύεται, αν ο υποψήφιος δεν λάβει στην τρίτη ψηφοφορία τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών, δηλαδή 180 ψήφους, και δεν προκηρύσσονται εκλογές. Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναδεικνύεται όποιος/α συγκεντρώσει στην τέταρτη ψηφοφορία την απόλυτη πλειοψηφία, 151 ψήφους. Αν ούτε αυτό γίνει εφικτό, τότε στην πέμπτη και τελευταία ψηφοφορία αρκεί η σχετική πλειοψηφία, κάτω από 151 βουλευτές, χωρίς να ορίζεται κατώτερο όριο.
Ονοματολογία και σενάρια
Και ενώ η ώρα μηδέν για την ανακοίνωση του ονόματος του/της υποψηφίου/ας για την Προεδρία της Δημοκρατίας πλησιάζει, τα σενάρια (για την ονοματολογία) δεν λένε να κοπάσουν. Όμως στο ερώτημα αν ο πρωθυπουργός έχει κατασταλάξει στο όνομα, δεν μπορεί να δοθεί μια σίγουρη απάντηση, καθώς φαίνεται πως έχει περιοριστεί σημαντικά ο αριθμός των προσώπων που εξετάζονται. Το σενάριο να επιλεγεί μια υποψηφιότητα που να προέρχεται από τον κεντροδεξιό χώρο έχει υποχωρήσει. Να σημειωθεί ότι μετά τις ευρωεκλογές κάποιοι «γαλάζιοι» βουλευτές είχαν δείξει πως δεν έβλεπαν θετικά μια νέα θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου και θα προτιμούσαν μια υποψηφιότητα που να συνδέεται με τις ρίζες του κόμματος. Βέβαια, μετά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού και τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού, επικρατεί καλό κλίμα στο εσωτερικό της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας, κάτι που καθιστά ευκολότερη την επιλογή ενός προσώπου που να μη συνδέεται με το κόμμα.
Το ότι η κα Σακελλαροπούλου, εκτός από τις διαφωνίες στο εσωτερικό της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν θα έχει ούτε τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ ούτε του ΣΥΡΙΖΑ μειώνει ακόμα περισσότερο τις πιθανότητες να προταθεί εκ νέου από τον πρωθυπουργό. Η αδυναμία να συγκεντρώσει τις 200 ψήφους αποτελεί ισχυρό μειονέκτημα. Το αντεπιχείρημα όσων εκτιμούν ότι δεν έχουν εξαλειφθεί οι πιθανότητές της είναι πως, αν επιμείνει ο κ. Μητσοτάκης στην επιλογή που είχε κάνει το 2019, δεν θα χρειαστεί να εξηγήσει γιατί την αλλάζει τώρα και να φανεί ότι υποχωρεί στις πιέσεις που δέχτηκε από το κόμμα του, αλλά θα φέρει σε θέση απολογούμενου τα δύο άλλα κόμματα που αλλάζουν τη στάση τους.
Το κρίσιμο για τον κ. Μητσοτάκη όμως είναι, μέσα σε μια πανσπερμία κομμάτων που βρίσκονται στα κοινοβουλευτικά έδρανα, να επιλέξει ως πρόεδρο της Δημοκρατίας αυτόν/τήν που θα έχει ενοποιητικό ρόλο, υψηλό κύρος και αποδοχή, σημειώνουν κυβερνητικά και κομματικά στελέχη που δεν συντάσσονται με μια δεύτερη θητεία της κας Σακελλαροπούλου. Σε αυτό το περιβάλλον, ένα πρόσωπο που θα προέρχεται από την Κεντροαριστερά μπορεί να εξασφαλίσει τουλάχιστον τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ, ώστε στην τρίτη ψηφοφορία να εκλεγεί με 180 ψήφους. Αν ο κ. Μητσοτάκης κινηθεί με βάση αυτό το σενάριο, έχει να επιλέξει από μια σχετικά μικρή λίστα υποψηφίων, στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο Ευάγγελος Βενιζέλος, αναφέρουν πηγές. Σίγουρα, πρόκειται για μια υποψηφιότητα την οποία «δεν μπορεί να καταψηφίσει το ΠΑΣΟΚ», επίσης «ουδείς αμφισβητεί την επάρκεια, την εμπειρία του και τη συμβολή του σε μια δύσκολη περίοδο για τη χώρα», σύμφωνα με την ανάλυση που κάνουν υποστηρικτές της πρότασης. Στα «συν» είναι και τα αποτελέσματα μετρήσεων που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα, οι οποίες, όπως σημειώνουν πληροφορίες, δείχνουν διακομματική αποδοχή μιας υποψηφιότητας Βενιζέλου στην κοινωνία.
Ένα άλλο πρόσωπο το οποίο συγκεντρώνει πολλά χαρακτηριστικά είναι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Διαθέτει εκτενή εμπειρία στον οικονομικό τομέα και διεθνή αναγνώριση. Επίσης, θήτευσε ως υπουργός Οικονομικών στη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, αποκτώντας πολιτική πείρα, ενώ διατηρεί καλές σχέσεις με πρόσωπα και στα δύο κόμματα. Ο ίδιος όμως ο κ. Στουρνάρας έχει δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο ότι δεν ενδιαφέρεται για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Στα ονόματα που έχουν συζητηθεί εκτενώς περιλαμβάνεται και αυτό του Λουκά Παπαδήμου, ο οποίος χαίρει σεβασμού ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα για τον ρόλο που είχε διαδραματίσει ως μεταβατικός πρωθυπουργός την περίοδο της κρίσης. Από το τραπέζι έχει αποσυρθεί το όνομα της υπουργού Πολιτισμού κας Μενδώνη, καθώς, όπως σημειώνουν κυβερνητικές πηγές, «είναι μια σκέψη που δεν… περπάτησε».
Δημ. Πικραμμένος, Λούκα Κατσέλη, Μαρία Δαμανάκη, Άννα Διαμαντοπούλου και Μαρία Ευθυμίου ήταν επίσης ονόματα που ακούστηκαν όλο αυτό το διάστημα και φαίνεται πως κυκλοφόρησαν για να «καούν».
Αν τελικά ανατραπούν προβλέψεις και προταθεί πρόσωπο από την Κεντροδεξιά, δεν μπορούμε να φανταστούμε κάποιον άλλο πέραν του προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα. Ο Νίκος Δένδιας μάλλον δεν έχει λόγο να επιλέξει τη μετακίνηση σε έναν ρόλο που, όσο τιμητικός και αν είναι, δεν παύει να είναι διακοσμητικός.
Βέβαια, δεν αποκλείεται να μην επιβεβαιωθεί κανένα από τα παραπάνω σενάρια, όσον αφορά την ονοματολογία, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μπορούσε να κάνει την έκπληξη και να προτείνει ένα πρόσωπο, το όνομα του οποίου δεν έχει ακουστεί έως τώρα. Κάτι άλλωστε που αποτελεί προσφιλή τακτική του.
του Φώτη Σιούμπουρα