«Σε λίγες ώρες, μαζί με το νέο έτος, το ευρώ, μπαίνει στη ζωή μας. Από σήμερα η δραχμή, το νόμισμά μας, από το 1833, όπως είδαμε, αντικαθίσταται από το ευρώ». Αυτά μεταξύ άλλων τόνιζε στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο τότε πρωθυπουργός της χώρας, Κώστας Σημίτης. Το ημερολόγιο έγραφε 31 Δεκεμβρίου 2001.
Και πράγματι λίγες ώρες αργότερα, με την ανατολή του 2002, το ευρώ έμπαινε στη ζωή μας! Έτσι, έπειτα από 191 χρόνια, έγινε η αντικατάσταση της ιστορικής δραχμής που κυριαρχούσε στη ζωή μας από το 1833. Με το ευρώ η χώρα μας μπήκε πλέον σε μια νέα εποχή. Προσωπικά πιστεύω πως η ένταξή μας στην Ευρωζώνη ωφέλησε την Ελλάδα. Βέβαια, οι οικονομολόγοι λένε ότι η ισοτιμία μετατροπής (1 ευρώ = 340,750 δραχμές) ήταν… τσουχτερή! Και σε αυτό έχουν δίκιο! Να προσθέσουμε πως, ύστερα από την ένταξη, η Τράπεζα της Ελλάδος έγινε μέλος του Ευρωσυστήματος. Να θυμίσουμε ότι αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των χωρών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ!
Μια ημερομηνία που θα μείνει για πάντα στην ιστορία της Κύπρου είναι η 10η Δεκεμβρίου του 1999. Είναι η μέρα που η Κύπρος εντάχθηκε, έπειτα από τον σχεδιασμό και τις ενέργειες του Κώστα Σημίτη, στην Ενωμένη Ευρώπη. Η ολοκλήρωση βέβαια έγινε στις 16 Απριλίου 2003, με την υπογραφή της Πράξης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτά, όπως και τα έργα (τα πληρώνουμε ακόμη δυστυχώς) για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, συγκαταλέγονται στα υπέρ του αείμνηστου Κώστα Σημίτη!
Τα μελανά σημεία της πολιτικής ιστορίας του πρώην πρωθυπουργού ήταν και είναι πολλά. Από αυτά, κάποια έφεραν τα πάνω κάτω και κόστισαν ακριβά στην Ελλάδα. Θυμάμαι πως η πρώτη μεγάλη κρίση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ως πρωθυπουργός ο Σημίτης, λίγες μόλις ημέρες αφότου είχε αντικαταστήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου, ήταν τα Ίμια. Ήταν Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 1996 και η Άγκυρα δήλωνε ότι τα Ίμια ανήκουν στην Τουρκία! Έτσι, πήγε και άραξε εκεί μια τουρκική φρεγάτα! Όπως όλοι γνωρίζουμε, το αποτέλεσμα ήταν τρεις Έλληνες αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού νεκροί. Ο Βλαχάκος, ο Γιαλοψός και ο Καραθανάσης! Εκείνο το… «μακρύ βράδυ» κράτησε αρκετά 24ωρα και ο Σημίτης εξόργισε εχθρούς και φίλους ευχαριστώντας από το βήμα της Βουλής τους Αμερικανούς! Ήταν -πρέπει να το υπογραμμίσω- η «υπόθεση Ίμια» μια εθνική ταπείνωση.
Δεν θα λησμονήσω ποτέ, όπως και όλοι οι Έλληνες, το φιάσκο με το Χρηματιστήριο που είναι από τα χειρότερα σκάνδαλα της χώρας. Θυμάμαι σαν να είναι τώρα τη στιγμή που ο οικονομικός συντάκτης της ΕΡΤ ΕΡΑ μού τηλεφώνησε στα «Χρονικά της Ημέρας» και με φωνή τρεμάμενη βγήκε στον «αέρα» λέγοντας: «Έγινε κραχ στο Ελληνικό Χρηματιστήριο». Στο ερώτημά μου «και τι θα γίνει με τις χιλιάδες των επενδυτών;», ο συνάδελφος τόνισε πως «ουδείς μπορεί να τους διαβεβαιώσει πως δεν έχασαν τα λεφτά τους». Και αμέσως όλοι αναρωτήθηκαν: «Όλοι αυτοί που από τα λόγια του Σημίτη επένδυσαν τις οικονομίες τους και τις περιουσίες τους στο Χρηματιστήριο τι θα κάνουν τώρα;». Δυστυχώς «έπαιξαν και έχασαν», ερχόταν η απάντηση! Άλλωστε πώς μπορώ να ξεχάσω, όπως και όλοι, τον Νεονάκη, το δεξί χέρι του Σημίτη, αλλά και άλλα στελέχη της τότε κυβέρνησης, που μας καλούσαν να επενδύσουμε στο Χρηματιστήριο; Είναι αλήθεια. Ήταν μια καλά στημένη και καθοδηγούμενη «φούσκα», «για να πλουτίσουν οι λίγοι και οι εκλεκτοί του Σημίτη»! Μια «φούσκα» που, όταν έσκασε, χάθηκαν περιουσίες και έστειλε πολλούς στην αυτοκτονία. Ύστερα από αυτά, εκτός από τον Άκη Τζοχατζόπουλο, ουδείς άλλος τιμωρήθηκε δυστυχώς. Το οικονομικό κραχ που κόστισε τη ζωή πολλών συνανθρώπων μας έγινε στις 23 Σεπτεμβρίου 1999.
Εκείνο που οι Έλληνες δεν μπορούν να βγάλουν από το μυαλό τους είναι μια φράση με 4 λέξεις που είπε στη Βουλή ο αείμνηστος Κώστας Σημίτης: «Αυτή είναι η Ελλάδα!». Είναι γεγονός πως η εμβληματική αυτή φράση δημιούργησε κακές εντυπώσεις σε όλους, έστω κι αν επαληθεύτηκε κάποιες φορές! Το ζητούμενο είναι: Έπρεπε να ειπωθεί από τα πρωθυπουργικά χείλη μια τέτοια φράση, που μπορεί ο καθένας να την ερμηνεύσει με τον δικό του τρόπο;
Και ίσως τώρα που ο Σημίτης έφυγε από τη ζωή, να μην πάρουμε ποτέ την απάντηση! Ήταν όμως μία φράση που έμεινε ως στίγμα στην πολιτική του πορεία!
Γράφει ο Γιώργος Κοντονής