Όπως ανέφεραν πέντε πηγές στο Reuters όλο και περισσότερο ανησυχεί ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν σχετικά με τις επιπτώσεις που θα έχει η ρωσική οικονομία εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ τον πιέζει για τον τερματισμό της σύγκρουσης στην Ουκρανία.
Μέχρι τώρα η ρωσική οικονομία έχει δείξει αξιοσημείωτη αντοχή, ωστόσο πηγές που έχουν γνώση του θέματος υποστηρίζουν στο Reuters ότι ο Πούτιν βρίσκεται σε «αναμμένα κάρβουνα» καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει εδώ και τώρα να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία και έστειλε τελεσίγραφο στον Ρώσο πρόεδρο ότι θα επιβάλει υψηλούς δασμούς και περαιτέρω κυρώσεις στη Ρωσία εάν δεν το κάνει.
Η οικονομία της Ρωσίας, η οποία στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου και ορυκτών, αναπτύχθηκε δυναμικά τα τελευταία δύο χρόνια παρά τους πολλαπλές δυτικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή της στην Ουκρανία το 2022. Ωστόσο, η εγχώρια δραστηριότητα έχει επιβαρυνθεί τους τελευταίους μήνες από τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού και τα υψηλά επιτόκια που εισήχθησαν για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ο οποίος επιταχύνθηκε από τις στρατιωτικές δαπάνες που έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ.
Αυτό έχει συμβάλει στην άποψη εντός ενός τμήματος της ρωσικής ελίτ ότι είναι επιθυμητή μια διευθέτηση του πολέμου μέσω διαπραγματεύσεων, σύμφωνα με δύο από τις πηγές που γνωρίζουν τις σκέψεις στο Κρεμλίνο.
Ο Τραμπ, ο οποίος επέστρεψε στα καθήκοντά του τη Δευτέρα (20.01.2025), έχει υποσχεθεί να επιλύσει γρήγορα τη σύγκρουση στην Ουκρανία, τη μεγαλύτερη στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αυτή την εβδομάδα δήλωσε ότι είναι πιθανό να επιβληθούν περισσότερες κυρώσεις, καθώς και δασμοί, στη Ρωσία, εκτός εάν ο Πούτιν διαπραγματευτεί, προσθέτοντας ότι η Ρωσία είναι πιθανό να αντιμετωπίσει «μεγάλο πρόβλημα» στην οικονομία. Ανώτερος σύμβουλος του Κρεμλίνου δήλωσε την Τρίτη ότι η Ρωσία δεν έχει λάβει μέχρι στιγμής συγκεκριμένες προτάσεις για συνομιλίες.
«Η Ρωσία, φυσικά, ενδιαφέρεται οικονομικά να διαπραγματευτεί για έναν διπλωματικό τερματισμό της σύγκρουσης», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Oleg Vyugin, πρώην αναπληρωτής πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, αναφέροντας τον κίνδυνο αυξανόμενων οικονομικών στρεβλώσεων καθώς η Ρωσία αυξάνει τις στρατιωτικές και αμυντικές δαπάνες.
Ο Vyugin δεν ήταν μία από τις πέντε πηγές, οι οποίες μίλησαν στο Reuters όλες υπό τον όρο της ανωνυμίας λόγω της ευαισθησίας της κατάστασης στη Ρωσία. Η έκταση των ανησυχιών του Πούτιν για την οικονομία, που περιγράφουν οι πηγές, και η επιρροή που ασκεί αυτό στις απόψεις εντός του Κρεμλίνου για τον πόλεμο, καταγράφονται για πρώτη φορά.
«Υπάρχουν κάποια ζητήματα εδώ, συγκεκριμένα ο πληθωρισμός, μια ορισμένη υπερθέρμανση της οικονομίας», δήλωσε ο Πούτιν σε ετήσια συνέντευξη Τύπου στις 19 Δεκεμβρίου. «Η κυβέρνηση και η κεντρική τράπεζα έχουν ήδη αναλάβει να μειώσουν τον ρυθμό», είπε.
Τι ανησυχεί τον Πούτιν
Η ανησυχία του Πούτιν ήταν εμφανής σε μια συνάντηση του Κρεμλίνου με επιχειρηματίες το βράδυ της 16ης Δεκεμβρίου, όπου επέπληξε κορυφαίους οικονομικούς αξιωματούχους, σύμφωνα με δύο από τις πηγές, οι οποίες έχουν γνώση των συζητήσεων για την οικονομία στο Κρεμλίνο και την κυβέρνηση.
Μία από τις πηγές, η οποία ενημερώθηκε μετά τη συνάντηση, πληροφορήθηκε ότι ο Πούτιν ήταν εμφανώς δυσαρεστημένος όταν άκουσε ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις περικόπτονται λόγω του κόστους χρηματοδότησης.
Το Κρεμλίνο έδωσε στη δημοσιότητα την εισαγωγική τοποθέτηση του Πούτιν που επαινούσαν τις επιχειρήσεις, αλλά δεν προσδιόρισε κανέναν από τους επιχειρηματίες που συμμετείχαν στην ως επί το πλείστον κεκλεισμένων των θυρών συνάντηση. Το Reuters επιβεβαίωσε από μία πηγή ότι η διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας Ελβίρα Ναμπιούλινα δεν ήταν παρούσα.
Την Τετάρτη, ο Πούτιν σε συνάντηση που είχε με το υπουργικό συμβούλιο, σε μια προφανή αναφορά σε εκείνη τη συνάντηση, επεσήμανε τους κινδύνους που ενέχει η μείωση της πιστωτικής δραστηριότητας για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας.
Το υψηλό επίπεδο των επιτοκίων έχουν επικρίνει άλλωστε και ορισμένοι από τους πιο ισχυρούς επιχειρηματίες της Ρωσίας, όπως ο διευθύνων σύμβουλος της Rosneft Ιγκόρ Σεχίν, ο διευθύνων σύμβουλος της Rostec Σεργκέι Τσεμέζοφ, ο μεγιστάνας του αλουμινίου Όλεγκ Ντεριπάσκα και ο μεγαλομέτοχος της χαλυβουργίας Severstal Αλεξέι Μορντάσοφ.
Το Κρεμλίνο πάντως, από τη μεριά του, επιχειρεί να παρουσιάσει μια εντελώς διαφορετική εικόνα, σημειώνοντας ότι η ρωσική οικονομία παραμένει σταθερή παρά τις προκλήσεις.
Όταν ρωτήθηκε από το Reuters σχετικά, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνο, Ντμίτρι Πεσκόφ, απάντησε ότι η οικονομία της Ρωσίας παραμένει σταθερή και διατηρεί έναν σχετική υψηλό ρυθμό ανάπτυξη παρότι παρατηρούνται ορισμένα προβλήματα.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου πρόσθεσε ότι η Μόσχα θα συνεχίσει να εξυπηρετεί τόσο τις στρατιωτικές ανάγκες της όσο και τις υποχρεώσεις της προς την κοινωνία.