Παρά τις διπλωματικές διεργασίες, ο Ρώσος πρόεδρος εμφανίζεται αμετακίνητος στις θέσεις του
Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την ηγεσία του προέδρου Τραμπ, εντείνουν τις πιέσεις για μια ειρηνευτική διευθέτηση στην Ουκρανία και η Ευρώπη προσπαθεί να προσαρμοστεί στις νέες γεωπολιτικές ισορροπίες, ο Βλαντιμίρ Πούτιν εμφανίζεται διατεθειμένος να εξετάσει το ενδεχόμενο μιας προσωρινής εκεχειρίας. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα εξαρτηθεί από αυστηρές προϋποθέσεις, που του επιτρέπουν να διατηρήσει τον έλεγχο της κατάστασης και να εξυπηρετήσει τα δικά του στρατηγικά συμφέροντα.
«Τα πάμε πολύ καλά με τη Ρωσία», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τραμπ από το Οβάλ Γραφείο την Παρασκευή. «Το βρίσκω πιο δύσκολο, ειλικρινά, να ασχοληθώ με την Ουκρανία».
Πληροφορίες από το Κρεμλίνο αναφέρουν ότι η Μόσχα δεν απορρίπτει το ενδεχόμενο προσωρινής αναστολής των συγκρούσεων, αλλά υπό συγκεκριμένες συνθήκες.
Σύμφωνα με άτομα που έχουν γνώση των διπλωματικών συνομιλιών, οι όροι αυτοί περιλαμβάνουν ένα σαφές πλαίσιο για μια ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία, καθώς και μια περιορισμένη ομάδα χωρών που θα αναλάβουν ρόλο σε μια μελλοντική αποστολή διατήρησης της ειρήνης.
Ωστόσο, η προοπτική αυτή δημιουργεί έντονο προβληματισμό στην Ουκρανία και τους δυτικούς συμμάχους της, που εκφράζουν φόβους ότι οποιαδήποτε συμφωνία τέτοιου τύπου θα εξυπηρετούσε κυρίως τα ρωσικά συμφέροντα.
Η κυβέρνηση Τραμπ, στο παρασκήνιο, εξετάζει τρόπους για να μειώσει το βάρος των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, μελετώντας ακόμη και την άρση του πλαφόν στις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου. Μια τέτοια προοπτική έχει προκαλέσει νευρικότητα στους Ευρωπαίους εταίρους.
Παρόλα αυτά, την Παρασκευή, ο Τραμπ διαμήνυσε στη Μόσχα ότι σκέφτεται σοβαρά την επιβολή νέων κυρώσεων και δασμών έως ότου υπάρξει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός. Το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει ήδη πιθανές κυρώσεις σε μεγάλες ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες και παρόχους υπηρεσιών ενέργειας.
Η Ρωσία, ως ένας από τους κυριότερους παραγωγούς πετρελαίου παγκοσμίως, έχει ήδη υποστεί πάνω από 20.000 κυρώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους μετά την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Από αυτές, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει 6.433, ενώ η Βρετανία, η Αυστραλία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Καναδάς έχουν προσθέσει συνολικά 21.692, σύμφωνα με στοιχεία της πλατφόρμας Castellum.AI.
Παρά τις διπλωματικές διεργασίες, ο Πούτιν εμφανίζεται αμετακίνητος στις θέσεις του.
Πηγές κοντά στην ηγεσία της Ρωσίας αναφέρουν ότι το Κρεμλίνο δεν πρόκειται να αποδεχθεί εκεχειρία εάν αυτή περιλαμβάνει την παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.
Αυτός ο όρος αποδυναμώνει μια γαλλοβρετανική πρωτοβουλία που επιδιώκει τη συγκρότηση ενός «συνασπισμού προθύμων» για την εποπτεία μιας ενδεχόμενης ειρηνευτικής διαδικασίας.
Η αλλαγή στάσης του Τραμπ απέναντι στην Ουκρανία έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη, όπου κυβερνητικοί αξιωματούχοι εκφράζουν φόβους ότι μια βιαστική συμφωνία θα ενθαρρύνει τη ρωσική επιθετικότητα.
«Ο κίνδυνος να επιβραβευθεί η ρωσική εισβολή είναι υπαρκτός», ανέφερε ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης. «Η άρση των κυρώσεων αυτή τη στιγμή μπορεί να αποτελέσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο».
Παρά τις όποιες ενδείξεις διαλλακτικότητας, ο Πούτιν δεν φαίνεται να μετακινείται από τις θέσεις του.
Κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνέντευξής του τον Δεκέμβριο, επανέλαβε: «Δεν χρειαζόμαστε εκεχειρία – χρειαζόμαστε ειρήνη: μακροπρόθεσμη, διαρκή, με εγγυήσεις για τη Ρωσική Ομοσπονδία και τους πολίτες της».
Η τοποθέτηση αυτή υποδηλώνει ότι η ρωσική ηγεσία επιδιώκει να κατοχυρώσει τα εδαφικά της κέρδη και να διασφαλίσει ότι οποιαδήποτε διευθέτηση θα είναι προς όφελος των ρωσικών συμφερόντων.
Μόλις αυτή την εβδομάδα, η Μόσχα απέρριψε μια πρόταση για εκεχειρία από τη Γαλλία και τη Βρετανία, η οποία περιλάμβανε περιορισμούς στις ρωσικές αεροπορικές και ναυτικές επιχειρήσεις, χαρακτηρίζοντάς την «μη ικανοποιητική και μη ρεαλιστική».