Καταπέλτης η Σταματίνα Περιμένη, αναφέρθηκε σε έναν διαλυμένο κρατικό μηχανισμό και ζήτησε την καταδίκη τής τότε περιφερειάρχου Αττικής
Το απόλυτο μπάχαλο σε έναν διαλυμένο κρατικό μηχανισμό, για τον οποίο η ανθρώπινη ζωή δεν είχε καμία αξία, περιέγραψε η εισαγγελέας Σταματίνα Περιμένη βάζοντας στο κάδρο των ευθυνών και τρία πολιτικά πρόσωπα που, όπως ανέλυσε, είχαν συγκεκριμένες αρμοδιότητες αλλά δεν έκαναν τίποτα για να προλάβουν τον όλεθρο. Ζήτησε από το δικαστήριο να κηρύξει ενόχους, μεταξύ άλλων, την τότε περιφερειάρχη Ρένα Δούρου, τον τότε γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Ιωάννη Καπάκη και τον τότε δήμαρχο Ραφήνας-Πικερμίου Ευάγγελο Μπουρνού.
Η εισαγγελέας ήταν γλαφυρή στις περιγραφές της για την ανεπάρκεια
όλων των φορέων που ήταν αρμόδιοι να αναμετρηθούν με την πύρινη λαίλαπα και να σώσουν ανθρώπινες ζωές Αλλά, κυρίως, ήταν πολύ συγκεκριμένη στους λόγους για τους οποίους το δικαστήριο θα πρέπει να καταδικάσει τα τρία πολιτικά πρόσωπα καθώς και οκτώ ακόμα υψηλόβαθμα και χαμηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, μαζί με τον ηλικιωμένο που κατηγορείται ότι, καίγοντας ξερόκλαδα, ξεκίνησε την πυρκαγιά, η οποία άφησε πίσω της 104 νεκρούς και 57 εγκαυματίες.
Ο «ανύπαρκτος» ρόλος των πολιτικών προσώπων
Η Ρένα Δούρου μπήκε στο στόχαστρο της εισαγγελέως επειδή, όπως η ίδια ανέφερε, στην πραγματικότητα δεν είχε μεταβιβάσει τις αρμοδιότητες της Πολιτικής Προστασίας, όπως ισχυρίστηκε στην απολογία της. Επίσης είχε την αρμοδιότητα να συγκαλέσει εγκαίρως το Συντονιστικό Όργανο Πολιτικής Προστασίας, κάτι που έκανε στις 8 το βράδυ, «κατόπιν εορτής».
Σύμφωνα με την εισαγγελέα, η τότε περιφερειάρχης «παρέλειψε να ενεργοποιήσει τον μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας», θα έπρεπε «να ενημερώνεται και να ενημερώνει τους πολίτες και να οργανώσει τους αρμόδιους φορείς για ενδεχόμενη απομάκρυνση… στο κρίσιμο χρονικό διάστημα που θα επέτρεπε τη λήψη αποφάσεων» και όχι όταν θα ήταν αργά και η εκκένωση δεν θα μπορούσε να γίνει με ασφάλεια.
Ο ρόλος του τότε γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Ιωάννη Καπάκη, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είναι ανύπαρκτος αφού, όπως χαρακτηριστικά είπε, «ουδέν έπραξε». Αντιθέτως, σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση, υποτίμησε την πυρκαγιά και ανέθεσε τον χειρισμό της σε κατώτερους. Δεν χαρακτήρισε τη φωτιά ως αφορώσα περιφερειακή καταστροφή μεγάλης έκτασης, «ώστε να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός ενημέρωσης των πολιτών και ενδεχόμενης οργανωμένης απομάκρυνσής τους. Συνετέλεσε αιτιωδώς στο αποτέλεσμα», κατέληξε η εισαγγελέας.
Για τον δήμαρχο Ευάγγελο Μπουρνού, η ευθύνη, κατά την εισαγγελική λειτουργό, εντοπίζεται στο ότι αντί να ενημερώσει τον κόσμο για τον επερχόμενο κίνδυνο, ώστε να προφυλαχθούν, αντιθέτως τους καθησύχαζε λέγοντας ότι η πυρκαγιά κινείται προς άλλη κατεύθυνση.
Οι παραλείψεις που στοίχισαν
Η εισαγγελέας πρότεινε να κηρυχθούν ένοχοι ο τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Σωτήρης Τερζούδης, ο υπαρχηγός Βασίλης Ματθαιόπουλος, ο επικεφαλής του ΕΚΣΕ Ιωάννης Φωστιέρης, ο διευθυντής του 199 Χρήστος Γκολφίνος και ο διευθυντής του Κέντρου Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας Φίλιππος Παντελεάκος μαζί με τους τρεις επόπτες στο πεδίο και τον διοικητή του πυροσβεστικού σταθμού Νέας Μάκρης.
Για τον τότε αρχηγό της πυροσβεστικής, η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή του γιατί «από τις παραλείψεις του επήλθε το αποτέλεσμα και όφειλε, λόγω της θέσης και της εμπειρίας του, να προβλέψει το καταστροφικό αποτέλεσμα της πυρκαγιάς».
Για τον τότε επιχειρησιακό υπαρχηγό, η εισαγγελέας ανέφερε ότι από την εμπειρία του «γνώριζε πως μια τέτοια φωτιά μπορεί να εξελιχθεί» και ότι «θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στην απώλεια ανθρώπινων ζωών». Θα έπρεπε, όπως είπε η εισαγγελέας, να έχει μάτια παντού, να μην απογυμνώσει από οχήματα την Ανατολική Αττική και κατέληξε: «Από αυτές τις παραλείψεις, τη μη αποτροπή της απομάκρυνσης των πυροσβεστικών οχημάτων από την περιοχή, μη αξιοποίησης πληροφοριών για την επικινδυνότητα, τη μη ενημέρωση για την κρισιμότητα της κατάστασης σε ΟΤΑ και Πολιτική Προστασία, δεν προέβλεψε το αποτέλεσμα, αν και όφειλε και μπορούσε. Να κηρυχθεί ένοχος».
Το απόλυτο μπάχαλο του συντονισμού
Στις περιγραφές της εισαγγελέως για το απόλυτο μπάχαλο που επικράτησε στον κρατικό μηχανισμό την τραγική ημέρα της καταστροφής στο Μάτι, το επίκεντρο ήταν οι ανθρώπινες ζωές που χάθηκαν.
«Όφειλαν όλοι να σκεφτούν ότι κάτι πρέπει να κάνουν με τον κόσμο», είπε η εισαγγελέας επισημαίνοντας ότι «δεν είχαν μια… φωτιούλα. Αλλά μια πυρκαγιά με μεγάλη ένταση σε μια πευκόφυτη περιοχή. Υπήρχε έλλειμμα εποπτείας του συντονισμού. Δεν τηρήθηκαν όλες οι διαδικασίες σε πολλαπλά επίπεδα και είχαμε αυτές τις ολέθριες συνέπειες. Η φωτιά δεν περίμενε, δυστυχώς δεν περίμενε κανέναν…».
Αναφερόμενη στην οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών, η εισαγγελέας διαπιστώνει πλήρη αδιαφορία των αρμόδιων φορέων:
«Έπρεπε να αφήσουν τον κόσμο στα σπίτια τους ή όχι; Για να πάρεις απόφαση πρέπει να σε απασχολήσει. Την απόφαση αυτή την παίρνει ο δήμαρχος, ο περιφερειάρχης, ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας. Το ζήτημα ήταν από κάποιον να ασκηθεί η αρμοδιότητα. Δεν ασκήθηκε από κανέναν και αυτό είναι τραγικό. Εδώ δεν αναζητήθηκε καν κάποιος για να δώσει μια άποψη και ουδείς από τους διατάσσοντες δεν έθεσε το ερώτημα «εδώ, βρε αδερφέ, με τον κόσμο τι κάνεις; Κινδυνεύει;».
Μίλησε και για τους ανθρώπους που πνίγηκαν στη θάλασσα επισημαίνοντας ότι η πληροφορία έφτασε τυχαία στην πυροσβεστική:
«Για αυτούς τους ανθρώπους που τους πήρε το κύμα, αν κάποιος τους είχε πει “μην απομακρυνθείτε από την ακτή, έρχονται να σας πάρουν”, οι νεκροί που πνίγηκαν θα ήταν λιγότεροι».