Η αρχή της παρούσας εβδομάδας ξεκίνησε επεισοδιακά και δόθηκε η αφορμή εκ νέου στον Έλληνα για να πάρει θέση και να διχαστεί. Αιτία η Εθνική Πινακοθήκη και η έκθεση «Η σαγήνη του αλλόκοτου». Στην εν λόγω έκθεση υπήρξε βανδαλισμός τεσσάρων έργων από τον βουλευτή του κόμματος Νίκη, Νίκο Παπαδόπουλο, που απεικόνιζαν μεταξύ άλλων την Παναγία παραμορφωμένη και τον Αγ. Γεώργιο να εμφανίζεται ως «Ο Χασάπης της Λεωφόρου».
Η παραπάνω έκθεση γίνεται αντιληπτό πως από μόνη της ήταν ικανή να πυροδοτήσει αντιδράσεις και να δημιουργηθούν «στρατόπεδα». Η μία ομάδα τάσσεται υπέρ των καλλιτεχνών και της τέχνης, η άλλη ομάδα εμφανίζεται υπέρμαχη του βουλευτή. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που λένε: «Ας αγιάσει το χέρι του». Κι εδώ τίθενται ερωτήματα.
Είναι σωστό να προβάλλονται τέτοια έργα στην Εθνική Πινακοθήκη και σε μια χώρα όπως η Ελλάδα; Η απάντηση είναι μάλλον όχι. Είναι σωστή η αντίδραση ενός εκλεγμένου βουλευτή και ιατρού; Η απάντηση είναι όχι. Και εδώ είναι σκέτο όχι, κι όχι μάλλον όχι, γιατί ο βανδαλισμός είναι πράξη βίας και όταν προέρχεται από βουλευτή, τότε τα πράγματα σίγουρα δεν είναι καθόλου καλά. Οπλίζει το χέρι του θιγόμενου πολίτη.
Αυτό που ξεχωρίζει μία Δημοκρατία από ένα αυταρχικό πολίτευμα -όπως μας λέει και η πολιτική φιλόσοφος Χάνα Άρεντ- είναι το δικαίωμα οποιουδήποτε (καθενός ανθρώπου ανεξαρτήτως άλλου κοινωνικού, πολιτισμικού χαρακτηριστικού) να δρα και να παρεμβαίνει στον δημόσιο διάλογο. Η ρυθμιστική δικλείδα αυτού του δικαιώματος είναι η λεγόμενη «παγκόσμια ευγένεια» (cosmopolitan politesse), δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο εκφραζόμαστε σεβόμενοι τις αρχές, τα όρια και τις ευαισθησίες (ιστορικές, θρησκευτικές κ.λπ.) των άλλων. Οποιοσδήποτε, λοιπόν, έχει δικαίωμα παρέμβασης στον δημόσιο διάλογο, αρκεί να εκφράζεται και να δρα με σεβασμό στην πολιτισμική ποικιλομορφία του κόσμου γύρω του.
Τα προαναφερόμενα έργα, κατ’ εμέ, δεν έπρεπε να προβληθούν ποτέ στην Εθνική Πινακοθήκη. Σε μια γκαλερί, με χαρά μεγάλη. Εξάλλου, ποιοι είμαστε εμείς που θα παρέμβουμε στην τέχνη(;) των καλλιτεχνών. Οι καλλιτέχνες δρουν σύμφωνα με τη δική τους οπτική και τα ερεθίσματά τους. Όπως και οι αρθρογράφοι εκφράζουν γνώμη σύμφωνα με τις προσλαμβάνουσες που έχουν. Άλλωστε, έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους κι όχι με ρομπότ.
Τέτοιου είδους καλλιτεχνικές «ανησυχίες» προσβάλλουν μια πάρα πολύ σημαντική μερίδα των πολίτων. Και η προσβολή, επίσης, είναι μια μορφή βίας. Όταν, λοιπόν, παράγουμε μία μορφή βίας -με την προσβολή του θρησκευτικού συναισθήματος στην προκειμένη-, αναπαράγουμε κάθε μορφή βίας.
Επομένως, οφείλουμε άπαντες να σεβόμαστε τα δικαιώματα όλων. Αυτό, εξάλλου, προστάζουν το δημοκρατικό μας πολίτευμα και η κοινωνία μας. Η τέχνη έχει ως στόχο να ενώνει, να σέβεται, να προάγει και να προκαλεί αναστοχασμό. Δεν προσβάλλει! Οτιδήποτε προσβάλλει δεν είναι τέχνη.
Καλλιτέχνες και πολιτικοί είναι πρώτοι εκείνοι που έχουν χρέος να ενώνουν και όχι να διχάζουν.
Γράφει ο Στρατής Κοκκινέλλης
Φιλόλογος – δημοσιογράφος