«Οι αφηγήσεις για τους κατοίκους είναι η μόνη διαφυγή
από την σκληρή κοινωνική πραγματικότητα»
Χιλή, δεκαετία του ’60… Σε μια πόλη ορυχείων, όπου οι περισσότεροι κάτοικοι δεν έχουν χρήματα ούτε για να αγοράσουν εισιτήριο για το σινεμά, η «αφηγήτρια» προσφέρει μια φυγή στο όνειρο, τη στιγμή που η χώρα μεταμορφώνεται ριζικά και για πάντα. Μετά από έναν επιτυχημένο κύκλο παραστάσεων στο ΠΛΥΦΑ στην Αθήνα, η «Αφηγήτρια ταινιών» του Χιλιανού Ερνάν Ριβέρα Λετελιέρ, κάνει τις εμφανίσεις του στη Θεσσαλονίκη και το Θέατρο Τ, για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.
Η ταλαντούχα ηθοποιός Νοέμη Βασιλειάδου συμμετέχει σε ακόμη μία επιτυχημένη θεατρική παράσταση μετά το «Προσοχή: Εκτελούνται έργα» και μιλάει στην «Κ» για την υπόθεση του έργου αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κεντρική ηρωίδα.
Ποια είναι η κεντρική ιδέα της παράστασης και πώς συνδέεται με την πραγματικότητα στην έρημο Ατακάμα της Χιλής;
«Η ιστορία διαδραματίζεται στην έρημο Ατακάμα της Χιλής, ένα τοπίο ξερό όπου ο χρόνος κυλάει αργά. Βρισκόμαστε σε έναν οικισμό όπου οι περισσότεροι κάτοικοι δουλεύουν σε Ορυχεία του Νίτρου και ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Ο μισθός τους συχνά δεν φτάνει για το εισιτήριο του σινεμά, τη μόνη μορφή ψυχαγωγίας που είχαν πριν την έλευση της τηλεόρασης. Σε αυτές τις συνθήκες, ένα κορίτσι αναλαμβάνει να παρακολουθεί η ίδια ταινίες και στη συνέχεια να τις αφηγείται στους συγχωριανούς της.
Το σπίτι της μετατρέπεται σε μια ιδιότυπη, σχεδόν “θεατρική” σκηνή, που ανοίγει για τους απλούς ανθρώπους έναν φανταστικό κόσμο, γεμάτο όνειρα, περιπέτειες και πάθη. Εκείνη, σε αυτή την προσπάθεια να κατασκευάσει μέσω της αφήγησης “άλλες ζωές” ανακαλύπτει σταδιακά τα υλικά και τα μέσα της τέχνης της, μιας τέχνης που προκύπτει ως χειροποίητη, αλλά και ως αναγκαία• μια αναγκαία φαντασίωση ενός καλύτερου μέλλοντος».
Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κεντρική ηρωίδα και πώς η φαντασία της την βοηθά να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες;
«Είναι το πέμπτο παιδί και το μοναδικό κορίτσι μιας πολυμελούς οικογένειας, που ανήκει στην κατώτερη ταξικά βαθμίδα του οικισμού, εκείνη των εργατών. Η μητέρα της έχει εγκαταλείψει το σπίτι και εκείνη μεγαλώνει χωρίς καμία προοπτική εξέλιξης, προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας πατριαρχικής κοινωνίας και παλεύοντας να βρει μια ελπίδα για τη ζωή της. Η αφήγηση ιστοριών ανοίγει για εκείνη ένα παράθυρο, από το οποίο μπορεί να δει τον εαυτό της “αλλιώς”, μεταμορφωμένο. Η φαντασία της δίνει το χώρο να επιθυμήσει μια ζωή πέρα από τα σύνορα της πάμπας, μια ζωή δική της».
Ποια είναι η σημασία της αφήγησης για τους κατοίκους της περιοχής και πώς αυτή επηρεάζει τη ζωή τους;
«Είναι η μόνη τους διέξοδος αυτό το πικρό “τίποτα” που ήταν η έρημος, η μόνη διαφυγή από την σκληρή κοινωνική πραγματικότητα. Ένας τρόπος να φαντάζονται την πιθανότητα μιας άλλης ζωής, ένας τρόπος να ταξιδεύουν».
Ποιες είναι οι αντιδράσεις του κοινού μέχρι στιγμής για την παράσταση;
«Αυτό που μου φαίνεται πιο ενδιαφέρον είναι αυτό που διαμείβεται κατά τη διάρκεια της παράστασης, το οποίο είναι συνήθως ασαφές και αταξινόμητο: τα βλέμματα που ανταλλάσσουμε, ο τρόπος που μοιραζόμαστε μια σιωπή, ο χρόνος που γίνεται υποκειμενικός, ένα χαμόγελο, ο ήχος ενός ανθρώπου που συγκινείται. Αυτές είναι οι αντιδράσεις από τις οποίες κρατιέται μια παράσταση, για να υπάρξει στα αλήθεια».