Πολύς λόγος έγινε (και γίνεται) τον τελευταίο καιρό για την «κρίση εμπιστοσύνης», από την οποία διακατέχεται ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Κρίση εμπιστοσύνης σε όλους τους πυλώνες: του πολίτη προς το κράτος, των πολιτών μεταξύ τους, αλλά και των πολιτών προς τους θεσμούς.
Τα Τέμπη έφεραν φωτισμένες στη γραμμή αυτής της κρίσης όλες τις «παθογένειες» στη λειτουργία αυτού του κράτους, τις οποίες όμως, αντί να εντοπίσουμε και να αποφασίσουμε να δώσουμε λύσεις, αντιμετωπίσαμε με επικοινωνιακά τρικ, κινητοποιήσεις, αντιπαλότητα στη Βουλή, άγονη αντιπαράθεση. Είναι δύσκολο να αποδοθεί όλο αυτό το σκηνικό. Το συναντάς στον δρόμο, το βιώνεις στην καθημερινή ζωή, ακούς να φωνάζει στους τόπους της δημόσιας σύγκρουσης. Είναι άρνηση, απόρριψη, τυφλή εναντίωση. Ήδη η στοιχειώδης εμπιστοσύνη έχει χαθεί και η δυσπιστία ως παγιωμένη στάση της συνείδησης γίνεται τρόπος αντιμετώπισης του άλλου και για όλους μαζί ένας τρόπος του βίου. Δυστυχώς πολιτικές δυνάμεις δεν το αντιλαμβάνονται αυτό. Οι περισσότερες μάλιστα υποβοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή με τοξικότητα και ακραίες συμπεριφορές, αδυνατώντας να συναισθανθούν τη διάσπαση του κοινωνικού σώματος, την αδυναμία και την παράλυση που προκύπτει.
Πριν φθάσουμε όμως στην πλήρη ήττα της πολιτικής λειτουργίας, ας κάνουμε μια προσπάθεια να συνέλθουμε όλοι μας, να αφήσουμε την πολιτική κρίση της δυσπιστίας όλων προς όλους και να ανοίξουμε έναν δρόμο λύσεων. Και μετά από σχεδόν δύο μήνες έντονης ενασχόλησης με το θέμα της τραγωδίας των Τεμπών, ας αφήσουμε τη Δικαιοσύνη τώρα να κάνει τη δουλειά της. Την οποία Δικαιοσύνη να αποδεχθούμε όλοι πως δεν πρέπει να την εμπιστευόμαστε α λα καρτ και αν μας βολεύουν ή όχι οι κρίσεις και οι αποφάσεις της.
Η αντιπολίτευση ναι, να συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της μετερχόμενη όλων των θεμιτών μεθόδων «για να ρίξει τον Μητσοτάκη», χωρίς τοξικότητα όμως και θεωρίες συνωμοσίας, που δηλητηριάζουν με μίσος και εκδικητικότητα τους πολίτες.
Και η κυβέρνηση: επανεκκίνηση, όπως αρέσκεται να επισημαίνει η ίδια. Για να δοθούν λύσεις για τον εκσυγχρονισμό του βαθέως κράτους, την αναβάθμιση του τρόπου λειτουργίας της Δικαιοσύνης και τόσων άλλων στρεβλών παθογενειών, που μας ταλαιπωρούν καθημερινά στους προβληματικούς τομείς της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας, των οικονομικών, της Παιδείας, της καθημερινότητας, των συγκοινωνιών, του κυκλοφοριακού, των δημοσίων έργων, των επενδύσεων. Με λίγα λόγια, να κάνει τη δουλειά της και να αφήσει τους αντιπάλους της να μετρούν μικροκομματικά κέρδη και ζημιές από τις επιλογές τους.
Ο λογαριασμός για τον καθένα έρχεται στο τέλος, στην κάλπη. Μέχρι τότε όμως υπάρχει ευρύ πεδίο για τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου να μετατρέψουν την «κρίση πολιτικής και πολιτισμού» σε δημιουργικότητα και παραγωγή έργου μετρήσιμου και απτού για το σύνολο της κοινωνίας. Και γι’ αυτούς που βγαίνουν στους δρόμους και ζητούν την παραίτηση του Μητσοτάκη εδώ και τώρα, αλλά και για τους πολύ περισσότερους που αγωνίζονται καθημερινά για να βελτιώσουν τις προοπτικές γι’ αυτούς και τις οικογένειές τους.
του Φώτη Σιούμπουρα