Πιο σκληρή μεταναστευτική πολιτική επιλέγει η Ελλάδα, την ώρα που στη χώρα
παραμένουν περισσότεροι από 100.000 αλλοδαποί χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα
Σκληρή αλλά δίκαιη πολιτική: Αυτό είναι το νέο δόγμα που υιοθετεί η Ελλάδα απέναντι στις προσφυγικές – μεταναστευτικές ροές, αλλά και στη διαχείριση όσων με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κατάφεραν να περάσουν τα σύνορα και βρίσκονται στη χώρα μας, είτε με κάποια προσωρινή έγκριση είτε -πολύ περισσότερο- παράνομα.
Όπως γράφει ο Κώστας Παπαδόπουλος στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ» ήδη από τις πρώτες ημέρες του στο υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και Ασύλου, ο Μάκης Βορίδης είχε φροντίσει να στείλει το μήνυμα ότι σε αυτή την κρίσιμη για την Ευρώπη και την Ελλάδα συγκυρία «η ενίσχυση των επιστροφών και η νομική θωράκιση της πολιτικής αποτροπής βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής
μας». Και πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, όταν υπολογίζεται ότι στη χώρα μας διαμένουν ίσως και περισσότεροι από 100.000 παράνομοι μετανάστες, πάρα πολλοί εκ των οποίων με τελεσίδικες αποφάσεις για επιστροφή στη χώρα τους. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2014, από τους περίπου 17.000 υπόχρεους να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, μόλις 3.000 αλλοδαποί ήταν αυτοί που επαναπατρίστηκαν – αριθμός πολύ μικρός, όπως επισημαίνουν στο «Π» αρμόδιες κυβερνητικές πηγές. Γι’ αυτό και η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου
εργάζεται πάνω στην ενίσχυση των συνεργασιών με άλλα κράτη της ΕΕ που αντιμετωπίζουν ανάλογο πρόβλημα, προκειμένου να συγκροτηθεί κοινό μέτωπο και τρόπος δράσης και να αυξηθεί ραγδαία ο αριθμός των απελάσεων όσων δεν βρίσκονται νομίμως σε ελληνικά και ευρωπαϊκά εδάφη.
Αρνούνται τους παράνομους
Το μεγαλύτερο πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι οι περισσότερες χώρες -τόσο στην Ασία όσο και στην Αφρική- αρνούνται να δεχτούν πίσω παράνομους μετανάστες, προβάλλοντας ως δικαιολογία ότι στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων, άρα δεν γνωρίζουν εάν όντως προέρχονται απ’ αυτές.
Πρόκειται για ζήτημα ιδιαίτερα οξύ, κυρίως με κράτη της νότιας Ασίας όπως το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές, που κάνουν ό,τι μπορούν για να δυσκολέψουν την επιστροφή των παράνομων μεταναστών στις χώρες καταγωγής τους.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το συγκεκριμένο θέμα συζητήθηκε και στην πιο πρόσφατη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να διαμηνύει πως «όποιος δεν δικαιούται άσυλο, θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να τον γυρίσουμε στη χώρα από την οποία ξεκίνησε τη διαδρομή του». Στο κείμενο συμπερασμάτων που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών, γινόταν αναφορά στην ανάγκη «διευκόλυνσης, αύξησης και επιτάχυνσης των επιστροφών, χρησιμοποιώντας όλες τις σχετικές πολιτικές, μέσα και εργαλεία της ΕΕ».
Σημαντική εξέλιξη, την εβδομάδα που μας πέρασε, αποτελεί η κοινή υπουργική απόφαση με την οποία η Τουρκία, μεταξύ άλλων χωρών, εντάσσεται στον «Εθνικό Κατάλογο Ασφαλών Τρίτων Χωρών» ως «ασφαλής τρίτη χώρα» για συγκεκριμένες κατηγορίες αιτούντων διεθνούς προστασίας. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ανοίγει ο δρόμος για την άμεση απόρριψη αιτήσεων ασύλου όσων μεταναστών από τη Συρία, το
Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και τη Σομαλία έχουν εισέλθει παράνομα στην Ελλάδα από τη γειτονική μας χώρα.
«Λουκέτα» σε δομές φιλοξενίας
Στο νέο δόγμα, της πιο αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής, εντάσσεται και ο περιορισμός των δομών φιλοξενίας, μία απόφαση η οποία επιφέρει και εξοικονόμηση πόρων. Αξίζει να σημειώσουμε ότι σήμερα
λειτουργούν 33 δομές φιλοξενίας σε όλη τη χώρα, ενώ μέχρι τα τέλη του τρέχοντος μήνα θα μπει «λουκέτο» σε τρεις εξ αυτών – σε Ελευσίνα, Βόλο και Δυτ. Λέσβο-, με τον στόχο να είναι περαιτέρω μείωση.
Σε σχετική ανακοίνωση του υπουργείου, γίνεται αναφορά και στο οικονομικό όφελος από τη διακοπή της λειτουργίας των τριών αυτών δομών, το οποίο ξεπερνά τα 3,5 εκατ. ευρώ. Κυβερνητικές πηγές σημειώνουν στο «Π» ότι ο λόγος του κλεισίματος των συγκεκριμένων δομών (σ.σ. ενδεχομένως κι άλλων στο άμεσο μέλλον) δεν σχετίζεται μόνο με την εξοικονόμηση κονδυλίων αλλά έχει και πολιτική χροιά, καθώς, όπως είχε παρατηρήσει
ο πρωθυπουργός στην πιο πρόσφατη σύνοδο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «Σήμερα, 8 στους 10 παράνομους μετανάστες που βρίσκονται στην ΕΕ, δηλαδή άνθρωποι που δεν δικαιούνται άσυλο, δεν επιστρέφουν, αλλά παραμένουν στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Και αυτό προφανώς είναι κάτι το οποίο πρέπει να αλλάξει».
Χρήζει, πάντως, αναφοράς το γεγονός ότι οι δομές φιλοξενίας αποτελούν μεγάλο «πονοκέφαλο» για την πολιτική ηγεσία του υπουργείου, καθώς σε πάρα πολλές περιπτώσεις αποτελούν εστίες ανομίας. Ίσως η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Κέντρου Υποδοχής – Ταυτοποίησης στη Μαλακάσα, όπου σχεδόν καθημερινά έχουμε συμπλοκές -πολλές φορές και με τραυματισμούς-, διακίνηση ναρκωτικών ακόμη και εκπόρνευση.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην κυβέρνηση ασκούνται πιέσεις από τοπικούς παράγοντες για να κλείσουν κι άλλες δομές φιλοξενίας, με την περίπτωση του Καρά Τεπέ στη Λέσβο να είναι η πλέον χαρακτηριστική.
Κάτι που, βέβαια, μόνο εύκολο δεν είναι, καθώς στον συγκεκριμένο χώρο υπάρχουν ίσως και περισσότεροι από 2.000 μετανάστες, με τον περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου Κωνσταντίνο Μουτζούρη να εκφράζει την ανησυχία του, λέγοντας ότι «θέλουμε να συνεχίσουμε τις ζωές μας, δεν έχουμε πρόβλημα με τους νόμιμους μετανάστες,
αλλά δεν θέλουμε μετανάστες να έρχονται παράνομα μέσα τη νύχτα. Βρισκόμαστε απέναντι από μια χώρα με διαφορετική κουλτούρα ήθη και έθιμα».
Ανησυχία για Κρήτη και Γαύδο
Την ίδια ώρα ωστόσο, δεν εκλείπουν οι νέοι «πονοκέφαλοι» τόσο για το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και Ασύλου, όσο και για τις δυνάμεις που καλούνται στο πεδίο να διαχειριστούν τις ροές. Εν προκειμένω ο λόγος για Λιμενικό, καθώς η αύξηση των αφίξεων παράνομων -κατά βάσημεταναστών στα παράλια της Κρήτης και
της Γαύδου αποτελεί μείζον ζήτημα.
Ιδιαίτερα δε λόγω του ότι τα ταξίδια αυτά, με σκάφη και βάρκες που θυμίζουν… καρυδότσουφλα, γίνονται υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες και με μεγάλο ρίσκο πρόκλησης πολύνεκρου ναυαγίου. Έμπειρα στελέχη του ΛΣ σημειώνουν στο «Π» πως έχει παρατηρηθεί ότι το τελευταίο διάστημα οι διακινητές επιλέγουν όλο και πιο
συχνά να κατευθύνουν τα σκάφη αυτά και τις βάρκες που ξεκινούν από το Τομπρούκ της Λιβύης προς τις ελληνικές ακτές και όχι προς τις ιταλικές.
Ο λόγος δεν είναι άλλος από το οικονομικό κέρδος, καθώς το ταξίδι είναι πιο σύντομο (σ.σ. όχι περισσότερο από δύο ημέρες) και οι «ταρίφες» παραμένουν σταθερές, περίπου στα 3.000 έως 5.000 δολάρια ανά άτομο. Από ελληνικής πλευράς εκφράζεται ανησυχία ότι ο αριθμός των αφίξεων σε Κρήτη και Γαύδο θα αυξηθεί, όσο βελτιώνεται ο καιρός.
Αξίζει να σημειώσουμε πως το Λιμενικό και συγκεκριμένα το Ενιαίο Κέντρο Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ) κλήθηκε το 2024 να διαχειριστεί 2.063 περιστατικά, τα οποία αφορούσαν παροχή συνδρομής σε 53.490 άτομα. Τα 1.194 περιστατικά (ποσοστό 58%) αφορούσαν 45.676 παράνομα εισερχόμενα πρόσωπα
(ποσοστό 85,4%), ενώ με μέριμνα του ΕΚΣΕΔ παρασχέθηκε συνδρομή σε 52 άτομα τα οποία ασθένησαν ή τραυματίσθηκαν εν πλω, εκ των οποίων τα 14 μεταφέρθηκαν με εναέρια μέσα, αναφέρουν τα επίσημα
στατιστικά στοιχεία.