Φαίνεται πως οι εισαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων απειλούν
την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας έχει αρχίσει να επηρεάζει δραστικά κάποια δυτικά φαρμακευτικά σκευάσματα για την αντιμετώπιση νόσων, όπως ο καρκίνος και ο διαβήτης.
Την Παρασκευή η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τους δασμούς στις εισαγωγές αμερικανικών αγαθών στο 125% απαντώντας έτσι στην απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να ξεχωρίσει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο για να της επιβάλει τους υψηλότερους δασμούς. Επιπλέον, η κυβέρνηση Τραμπ ερευνά αν οι εισαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων απειλούν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, κάτι που θα μπορούσε να καταλήξει στην επιβολή δασμών σε αυτά τα προϊόντα.
Οι φαρμακευτικές εταιρείες που επηρεάζονται
Μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, ανάμεσά τους οι AstraZeneca, Sanofi, GSK και Eli Lilly, διαθέτουν τουλάχιστον ένα αμερικανικό εργοστάσιο για τα φάρμακά τους που πωλούνται στην Κίνα, όπως προκύπτει από τα αρχεία της Κινεζικής Εθνικής Αρχής Ιατροφαρμακευτικών Προϊόντων.
Στην Ιντιάνα, η AstraZeneca έχει ένα εργοστάσιο όπου παρασκευάζεται το δημοφιλέστερο φάρμακό της κατά του καρκίνου, το durvalumab, ενώ η Eli Lilly παρασκευάζει εκεί το διάσημο φάρμακό της για τον διαβήτη και τον έλεγχο του βάρους, το tirzepatide, όπως προέκυψε από τα στοιχεία.
Η Βόρεια Καρολίνα αναφέρεται στην ίδια πηγή ως τόπος παρασκευής του αντισώματος nirsevimab (νιρσεβιμάμπη) για την πρόληψη του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (RSV) των AstraZeneca και Sanofi καθώς και του συνδυαστικού φαρμάκου της GSK για την αντιμετώπιση του HIV, του Dovato (ντολουτεγκραβίρη / λαμιβουδίνη).
Τα αρχεία που εξέτασε το Reuters δεν αναφέρουν λεπτομερώς ποια ποσότητα από την αμερικανική παραγωγή εξάγεται στην Κίνα.
Ειδικοί λένε ότι οι κινεζικοί δασμοί στα αμερικανικά προϊόντα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυξημένες τιμές ή σε περιορισμένη προμήθεια ορισμένων φαρμάκων.
«Ανάλογα με τα προϊόντα, ασθενείς και καταναλωτές στην Κίνα μπορεί να επηρεαστούν πάρα πολύ από τους δασμούς επειδή ο τόπος παραγωγής φαρμάκων δεν μπορεί να μεταφερθεί σε τόσο σύντομο διάστημα», λέει ο Έρικ Τζάντρασιτς, ο επικεφαλής των εμπορικών σχέσεων στην ελβετική επιχειρηματική ένωση φαρμάκων και βιοτεχνολογίας Scienceindustries.